Παιδική Κακοποίηση: ένα πρόβλημα με άγνωστες διαστάσεις
Το δράμα από τις ιστορίες κακοποίησης παιδιών που βλέπουν το φως της δημοσιότητας συγκλονίζει αλλά η βεβαιότητα των ειδικών, που μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι το πρόβλημα είναι σημαντικά μεγαλύτερο στην πραγματικότητα, επιτάσσει δράση γιατί όπως τονίζουν, «δεν αρκεί η συγκίνηση».
Ένα περιστατικό κακοποίησης παιδιού γίνεται γνωστό σχεδόν κάθε μέρα μέσα από τα μέσα ενημέρωσης, στοιχεία όμως, που να καταγράφουν με ακρίβεια το φαινόμενο – και σε αυτή την περίπτωση – στην Ελλάδα, δεν υπάρχουν.
Άγνωστες οι πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος
Η πιο ακριβής εικόνα ποσοτικά που υπάρχει, βασίζεται σε μελέτη που πραγματοποίησε πριν από πέντε χρόνια το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού με ανώνυμα ερωτηματολόγια σε 15 χιλιάδες παιδιά και γονείς, τυχαίο δείγμα του ελληνικού πληθυσμού.
Από τη συγκεκριμένη έρευνα προκύπτει ότι πολύ μικρό ποσοστό των πραγματικών περιστατικών δηλώνεται σε υπηρεσίες. Όπως εξηγεί ο Γιώργος Νικολαΐδης, διευθυντής του Ινστιτούτου «η σύγκριση είναι συντριπτική. Για παράδειγμα, στις ηλικίες 11, 13 και 16 ετών, ενώ τα παιδιά έλεγαν ότι σε διάστημα ενός έτους είχαν έκθεση σε σωματική βία κατά περίπου 48,5% εκ των οποίων το 6% είχαν έκθεση σε πάνω από 8 είδη σωματικής βίας (χτύπημα με το χέρι, κλωτσιές, με αντικείμενο, εγκαύματα), ήταν δηλαδή σοβαρά πολλαπλά περιστατικά βίας, τα περιστατικά που ήξεραν όλοι οι φορείς μαζί (νοσοκομεία, αστυνομία, ΜΚΟ κλπ), το ίδιο χρονικό διάστημα, αντιστοιχούσαν στο 0,18% του παιδικού πληθυσμού εκείνων των ηλικιακών κατηγοριών. Και μάλιστα όσον αφορά στη σεξουαλική βία, το ποσοστό των παιδιών των συγκεκριμένων ηλικιών που απάντησαν ότι έχουν δεχθεί σεξουαλική βία ήταν 7,6% – από το οποίο περίπου το 4,5% σεξουαλική βία με σωματική επαφή- ενώ όλοι οι φορείς μαζί γνώριζαν περιστατικά που αντιστοιχούσαν στο 0,07%».
Τα περιστατικά που καταγγέλλονται σε οποιουδήποτε είδους φορείς και υπηρεσίες είναι ένα μικρό κομμάτι της βίας που υπάρχει στην κοινωνία, σύμφωνα με τον κ. Νικολαΐδη. Εκτιμά μάλιστα, πως «μόνο προς το χειρότερο θα έχουν αλλάξει τα πράγματα», καθώς με βάση την κλινική εμπειρία που διαθέτει και τη διεθνή βιβλιογραφία «σε μια κοινωνία σε καθεστώς κρίσης, όταν όλοι οι δείκτες της ψυχοκοινωνικής επιβάρυνσης των οικογενειών χειροτερεύουν, το πιθανότερο είναι ότι οι δείκτες έκθεσης των παιδιών σε κάθε είδους βία θα αυξάνονται».
Ακόμη ένα στοιχείο που δείχνει ότι ως χώρα απέχουμε πολύ από τη γνώση του πραγματικού μεγέθους του φαινομένου είναι ότι «ο άδηλος αριθμός είναι πολύ μεγάλος όχι μόνο για όσα περιστατικά γίνονται και δεν φτάνουν στις υπηρεσίες αλλά και για όσα αναφέρονται στις υπηρεσίες, καθώς δεν τα γνωρίζουμε».
«Επίσημοι αριθμοί δεν υπάρχουν για τα παιδιά θύματα κακοποίησης. Είναι φοβερό. Στατιστικές δείχνουν όμως, ότι υπάρχει αύξηση στην ενδοοικογενειακή βία και αυτά τα στοιχεία προκύπτουν από την αύξηση του αριθμού των κακοποιημένων γυναικών. Υπάρχει άμεση συσχέτιση στην κακοποίηση εντός της οικογένειας της συντρόφου και του παιδιού. Υπάρχει επίσης, υψηλή συσχέτιση ανάμεσα στην κακοποίηση ζώων και παιδιών» παρατηρεί η Αφροδίτη Στάθη, διοικητική διευθύντρια της Εταιρείας Κατά της Κακοποίησης του Παιδιού, «Ελίζα».
«Σίγουρα η κρίση έχει εντείνει την όποια ένταση υπάρχει στο σπίτι αλλά η σωματική κακοποίηση έχει σχέση επίσης με τη φιλοσοφία μας, με τον τρόπο ανατροφής μας στην Ελλάδα, δηλαδή το “δώσε στο παιδί ξύλο να στρώσει” το λέμε συχνά, μας είναι εύκολο», λέει η κ. Στάθη.
Το έλλειμμα καταγραφής των περιστατικών κακοποίησης είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα στην αντιμετώπιση του προβλήματος σύμφωνα με την Αλεξάνδρα Σολδάτου, επίκουρη καθηγήτρια Παιδιατρικής, στην Β’ παιδιατρική κλινική ΕΚΠΑ, Νοσοκομείο Παίδων Π & Α Κυριακού, που επισημαίνει πάντως, ότι «η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση, τα στατιστικά στοιχεία που έχουμε από άλλες χώρες δείχνουν ότι αρκετά συχνά τα πιο σοβαρά τραύματα στα παιδιά που φτάνουν στα νοσοκομεία, μπορεί να έχουν σχέση είτε με παραμέληση, είτε με κακοποίηση που εντάσσονται στο ίδιο φαινόμενο».
Αναφερόμενος στη βία που δέχονται σε διάφορες μορφές τα παιδιά στην Ελλάδα, σήμερα, ο κ. Νικολαϊδης κάνει λόγο για «αύξηση της κοινοτικής βίας, και ανάμεσα στα παιδιά, και εναντίον των παιδιών από ενήλικα άτομα, δηλαδή της βίας στις γειτονιές, η οποία και πληθαίνει και αλλάζει ποιοτικά χαρακτηριστικά. Γίνεται πιο άγρια, πιο ωμή βία, και αφορά πιο μικρές ηλικίες».
«Αυξάνει επίσης, η βία στην οικογένεια, η κακοποίηση, η ψυχολογική βία και η παραμέληση. Όσον αφορά στη σεξουαλική βία μέσα στην οικογένεια, η αιμομικτική βία, μένει σε σταθερά επίπεδα, δεν έχει μεγάλες μεταβολές, όπως συμβαίνει διεθνώς. Φαίνεται να αυξάνει όμως, η σεξουαλική βία στην κοινότητα – βιασμοί στα σχολεία – και στην Ελλάδα. Σε περιόδους κοινωνικής απορύθμισης παιδιά που ζουν σε κοινωνικά αποκλεισμένο και δυσλειτουργικό περιβάλλον θα εκτεθούν σε διάφορα είδη βίας, και κάποια στιγμή θα έρθουν σε επαφή και με τη σεξουαλική βία», επισημαίνει.