Όλα για τη μητέρα μου @ Θέατρο Ακροπόλ
Κι αναρωτιέσαι, γιατί; Ποιός ήταν ο σκοπός της παράστασης; Γιατί επέλεξαν το έργο; Μήπως κάποιος δεν υπολόγισε σωστά τα δεδομένα; Tο βραβευμένο με Oscar ξενόγλωσσης ταινίας φίλμ του Pedro Almodovar, διασκευασμένο για το θέατρο από τον Samuel Adamson που ανέλαβε να σκηνοθετήσει ο Πέτρος Ζούλιας, γεννά όλα τα παραπάνω ερωτήματα.
Το «Όλα για την μητέρα μου» παρουσιάζει την σουρεαλιστική ιστορία μιας κοινωνίας στην απέναντι όχθη, στην πραγματικότητα όμως ανάμεσα μας. Ένας 17χρονος με δυο μανάδες, δυο πρωταγωνίστριες που τις ενώνει(;)μια σχέση πάθους και ένα νεογέννητο χωρίς μάνα και πατέρα αλλά με μια σιλικονούχα θεία. Ο κόσμος του Αλμοδόβαρ είναι αξιαγάπητα χαώδης και η φαντασία του ακαταμάχητα ελκυστική. Το κείμενο έχει την κατακλυσμιαία δύναμη να πείσει για το πιο -φαινομενικά- αλλόκοτο. Ο αντικομφορμιστής Ισπανός μιλάει ξεκάθαρα για την αλήθεια της αποδοχής, της διαφορετικότητας και της αλληλεγγύης μέσα από ένα άλλοτε δραματικό και άλλοτε κωμικό ψυχογράφημα ταλαιπωρημένων ψυχών. Στο θεματικό βάθρο, υπό διαφορετικές συνθήκες και εκφάνσεις, κυριαρχεί και η μητρότητα. Αναδεικνύοντας το πιο τρυφερό κομμάτι του κειμένου. Η πραγματικότητα του Ζούλια όμως κρατά μεγάλη απόσταση από το προσδοκώμενο. Η παράσταση λίγο πριν την λήξη του πρώτου μέρους είναι βασανιστικά άρρυθμη. Ασθμαίνει να δημιουργήσει συναισθήματα, την στιγμή που από τα πρώτα λεπτά χτίζει ένα αδιαπέραστο τοίχος με τους θεατές. Ψάχνοντας απεγνωσμένα κάτι ενδιαφέρον μονάχα η Κατερίνα Λέχου ταράζει τα νερά. Το δεύτερο μέρος φαίνεται να αποκτά πιο μελετημένη ροή. Δυο τρείς σκηνές προσπαθούν να αναβλύσουν συγκίνηση. Η γενική αίσθηση που μένει όμως είναι μιας παράστασης άτολμης σκηνοθετικά. Σαν να δουλεύτηκαν σπασμωδικά συγκεκριμένα μέρη της παράστασης που ποτέ δεν κατάφεραν να ενωθούν μεταξύ τους. Καθοριστικές για το αποτέλεσμα είναι οι ερμηνείες του έργου πάνω στις οποίες βασίστηκε ο σκηνοθέτης. Η Μαρίνα Ψάλτη στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Μανουέλας παρουσιάζει ένα ρόλο χωρίς πυξίδα. Όσες φορές και αν προσπάθησε να εντοπίσει την ψυχοσύνθεση της ηρωίδας της, αυτόματα η προσπάθεια εξανεμιζόταν. Η Νένα Μεντή ως η διάσημη ηθοποιός Ούμα Ρόχο βρίσκεται πολύ μακριά από τον καλό της εαυτό σε αντίθεση με την Άννα Μονογιού που στον ρόλο της ευάλωτης ηθοποιού Νίνα, αποτύπωσε έναν ολοζώντανο χαρακτήρα. Μεγάλη έκπληξη για την οποία είναι εμφανές πως αφιερώθηκε ολοκληρωτικά είναι η Κατερίνα Λέχου ως η ιδιόρυθμη τραβεστί Αγράδο. Μακριά από οποιοδήποτε ρόλο που έχει ερμηνεύσει ως σήμερα, έξω από κάθε στεγανό που έχει περιβάλει τον εαυτό της δείχνει να απολαμβάνει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Μαζί με τις αυθεντικές μουσικές της ταινίας του Alberto Iglesias αποτελούν ίσως τους μοναδικούς σοβαρούς λόγους για να δείτε ένα άχρωμο αποτέλεσμα που βασίζεται σε ένα κείμενο εκτυφλωτικά πολύχρωμο και βαθιά τρυφερό.
|Γ.Ε