ΠΡΕΜΙΕΡΑ: Θέλω να δώ τον Πάπα απο την Εθνική Λυρική Σκηνή [φωτογραφίες]

Το bizznews.gr ήταν εκεί!


Η Λυρική το βράδυ του Σαββάτου έβαλε ακόμη μία λέξη στο λεξιλόγιο που έχει δημιουργήσει για το όλο και μεγαλύτερο κοινό της. Αγαλλίαση ένιωσαν όσοι βρέθηκαν στην κατάμεστη αίθουσα του Ολύμπια για την πρεμιέρα τού «Θέλω να δω τον Πάπα» του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, σε σκηνοθεσία Βασίλη Παπαβασιλείου.

Γιρλάντες γέλιου διαπερνούσαν κάθε τόσο την αίθουσα, κάποιοι παρασύρθηκαν και σιγοτραγούδησαν το «Θέλω να δω τον Πάπα», τα μάτια έμειναν καρφωμένα στη σκηνή σε μία παραγωγή που κατόρθωσε να γεφυρώσει το ύφος και περιεχόμενο μιας οπερέτας του 1920 με το σημερινό γούστο, τα σημερινά ζητούμενα του κοινού. Να γελάς αβίαστα, να γελάς χωρίς να χρειαστεί κόπος από τους συντελεστές επί σκηνής, να μη φοβάσαι να γελάσεις ακόμα και τρανταχτά κάποιες στιγμές μέσα στην αίθουσα του Ολύμπια.

Το «Θέλω να δω τον Πάπα» (επόμενες παραστάσεις 18, 20, 21, 22 Φεβρουαρίου, 17 και 19 Απριλίου) είναι η πρώτη παράσταση της Λυρικής μετά τον άθλο της παραγωγής «Τριστάνος και Ιζόλδη» του Βάγκνερ. Και επιβεβαίωσε πως η Λυρική έχει «λυθεί», έχει βρει τον τρόπο να συνομιλεί με όλο το φάσμα του κοινού. Φέρνει σε επαφή ανθρώπους που αγαπούν και γνωρίζουν το έργο του Βάγκνερ, όμως δεν σνομπάρουν πια την οπερέτα, με ανθρώπους λιγότερο μυημένους σε μεγάλα έργα.  Ανθρώπους όμως που μπόρεσαν να δρασκελίσουν την απόσταση από την αδιαφορία τους για την όπερα μέχρι τα μεγάλα έργα που γίνονται sold out, μια απόσταση που καλύφτηκε μεθοδικά και επίμονα από τη Λυρική του Μύρωνα Μιχαηλίδη κατ’ αρχάς με την εξωστρέφεια, τις δράσεις στον δρόμο, σε πλατείες, την όπερα βαλίτσας, το άνοιγμα σε δημοφιλή έργα και τελικά την άνοδο σε παραστάσεις-σταθμούς όπως η «Φόνισσα» του Γιώργου Κουμεντάκη και βέβαια το «Τριστάνος και Ιζόλδη» σε σκηνοθεσία του Γιάννη Κόκκου.

Ολο αυτό το κοινό βρέθηκε μέσα στο Ολύμπια το Σαββατοκύριακο. Για να δει μια οπερέτα σκανδαλώδη, μια οπερέτα με έντονη πρόζα, που τόλμησε το 1920 να σχολιάσει βιτριολικά τον θεσμό του γάμου, να τον αποδομήσει, να μας δείξει όλα τα ταπεινά συστατικά του, πριν τον επανασυνθέσει μέσα από τη συνθήκη της παράδοσης, του συμβιβασμού, της υποχώρησης που κάνει ένα ζευγάρι. Και όλο αυτό γίνεται με χιούμορ, καυστικό, δυνατό. Και με τρίτο πρόσωπο στη σχέση του νιόπαντρου ζευγαριού να είναι όχι κάποιος εραστής, αλλά ο Πάπας!

Ο Βασίλης Παπαβασιλείου κατόρθωσε να κλείσει κάθε χαραμάδα χάσματος μεταξύ πρόζας και λυρικού μέρους. Με τον τενόρο Δημήτρη Πακσόγλου να δημιουργεί έναν εκπληκτικό Αδριανό, να βαπτίζεται στα συναισθήματα του ρόλου (τρυφερότητα, πόθος, οργή, ανάγκη για εκδίκηση, δικαίωση) εξαιρετικά, αποδεικνύοντας πως διαθέτει ένα μοναδικό ερμηνευτικό υλικό (ήταν ξεκάθαρο και όσους τον είδαν πρόσφατα στην «Κάρμεν», στη νέα παραγωγή για την Οπερα της Βαλίτσας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με την υποστήριξη του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος»).

Ξεχωριστός, νευρώδης, με υπόγεια δύναμη, ο Παύλος Μαρόπουλος έδωσε έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα στον Κύριο Βαρονά, θυμίζοντάς μου κάποιες φορές τον Μίμη Χρυσομάλλη. Οσο για τον Θανάση Δήμου στον ρόλο του υπηρέτη, απέδειξε περίτρανα πως οι μικροί ρόλοι μπορούν όχι μόνο να λάμψουν αλλά να γίνουν πρωταγωνιστικοί, να κλέψουν το κοινό. Η Αννα που δημιούργησε η Αννα Κελεσίδη υπήρξε άνιση, με το γνωστό θέμα με την εκφορά των ελληνικών να παραμένει διακριτό. Πιο δυνατή, σίγουρη, μεστή, ήταν η Αννα Κελεσίδη στα ντουέτα της με τον σύζυγό της Αδριανό. Η ένωση των φωνών λειτουργούσε απόλυτα στην απόδοση των συναισθημάτων κάθε στιγμή – από τον έρωτα στην οργή και μετά στην παράδοση.

Βέβαια τίποτα δεν θα είχε λειτουργήσει με τον τρόπο που λειτούργησε στην πρεμιέρα αν δεν υπήρχε η περίφημη ορχήστρα της Λυρικής, μια ορχήστρα που έχει δουλέψει με τρόπο εντυπωσιακό. Υπό τη μουσική διεύθυνση του Ανδρέα Τσελίκα αναδύθηκε, σχεδόν την νιώθαμε πάνω στη σκηνή, μια ροή όλο και πιο δυνατή και σίγουρη, με γνώριμους σκοπούς της περίφημης οπερέτας να επιστρέφουν ξανά και ξανά.

Η άλλη όμως εντυπωσιακή διαπίστωση της βραδιάς αφορούσε τη χορωδία. Είδαμε τη χορωδία της Λυρικής να μας επανασυστήνεται με μοναδικό τρόπο στη «Φόνισσα» τον Νοέμβριο, ανακαλύψαμε κάθε σπιθαμή και δυνατότητά της που δεν είχε εξερευνήσει ούτε η ίδια. Στο «Θέλω να δω τον Πάπα» η χορωδία του Αγαθάγγελου Γεωργακάτου απέδειξε πως μπορεί να αποτελεί υποκριτικό και λυρικό μέρος που κλέβει μερικές φορές την παράσταση ακόμα και από τους πρωταγωνιστές.

Kαι όταν η παράσταση τελειώνει -και δεν έχεις σκεφτεί ούτε μια φορά επί 2,5 ώρες το Eurogroup, τον Γιούνκερ, το Grexit- το μόνο που αναλογίζεσαι είναι πώς ένας δημιουργός στην Ελλάδα του 1920 -δυο χρόνια πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή- κατόρθωσε με τόση τόλμη και διαύγεια να αποδομήσει τον θεσμό του γάμου. Και να το κάνει αυτό ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης με χιούμορ, στον αντίποδα του Στρίντμπεργκ και του Ίψεν, όπως παρατηρεί ο Βασίλης Παπαβασιλείου.

Το «Θέλω να δω τον Πάπα» που ανέβασε η  Εθνική Λυρική Σκηνή είναι κάτι παραπάνω από μια οπερέτα που επέστρεψε δυναμικά. Είναι ένα έργο που δικαιούμαστε να δούμε. Δικαιούμαστε αυτές τις 2,5 ώρες αγαλλίασης, ευφρόσυνης διάθεσης, ανεπιτήδευτης απόλαυσης. Και η Λυρική το πετυχαίνει ακριβώς επειδή το κάνει ανεπιτήδευτα. Με απόλυτη φυσικότητα και με την ίδια σοβαρότητα που προσεγγίζει τον Βάγκνερ. Χαίρετε κι αγαλλιάσθε λοιπόν.

iefimerida.gr



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!