Οι νεραντζιές της πόλης

Η βόλτα στον περιφερειακό Λυκαβηττού και στο Κολωνάκι έχει ένα γιορταστικό άρωμα και μικρές πορτοκαλί εκρήξεις χρώματος.


Η βόλτα στον περιφερειακό Λυκαβηττού και στο Κολωνάκι έχει ένα γιορταστικό άρωμα και μικρές πορτοκαλί εκρήξεις χρώματος. Μοιάζει το γκρι τέρας να θέλει να τις αφανίσει, αλλά οι νεραντζιές είναι εκεί να επιμένουν σιωπηλά στο χαριτωμένο ετεροχρονισμό τους τόσο που, τώρα πια, έγιναν το επίσημο δέντρο της πόλης.

Η Αθήνα, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’70, άρχισε να σκοτεινιάζει. Η αιθαλομίχλη πέρασε μία θανατερή γκρι απόχρωση στα πάντα και οι κήποι της πόλης στέναξαν από την ασχήμια του αέρα, τις δύσκολες συνθήκες φωτός, το λιγοστό νερό και την ηχορύπανση. Το πράσινο της Αθήνας στο δάσος του Υμηττού, στο Αττικό Άλσος, στους λόφους Λυκαβηττού και Φιλοπάππου, στους αρχαιολογικούς χώρους, στα πάρκα, στις πλατείες, στις στραβοφυτεμένες δενδροστοιχίες και στις νησίδες των δρόμων έγινε ένα είδος υπό εξαφάνιση. Ο Εθνικός Κήπος έμεινε να φυλάει με αγάπη, περίκλειστα και κάπως ασφυκτικά, τα πολλά και σπάνια είδη στη βλάστησή του, από χαρακτηριστικά μεσογειακά μέχρι και πολλά ξενόφερτα (ήρθαν στη χώρα και φυτεύτηκαν με προσωπική επίβλεψη της βασίλισσας Αμαλίας), αρκετά από τα οποία δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στην Ελλάδα. Το Πεδίον του Άρεως, πιο δύσκολα, πασχίζει ακόμα και σήμερα να επιβιώσει άνυδρο, μα ποτισμένο από τα τόσα τοξικά και καταστροφικά πνεύματα που παρασιτοζωούν στις φυλλωσιές του.

Το πράσινο της πόλης θροΐζει ξέπνοα για να σωθεί και πολλοί Αθηναίοι αναλαμβάνουν να το φροντίζουν μόνοι τους. Φορτώνοντας τα μπαλκόνια τους με φυτά, δέντρα, μικρές ελιές, ακόμα και «ευαίσθητες» λεμονιές, ή υιοθετώντας ένα δέντρο ή μια μικρή πράσινη νησίδα έξω από το σπίτι τους και άλλοι, πιο εικαστικοί, ακόμα και τυλίγοντας κορμούς (και παγκάκια) με πλεκτά, ακολουθώντας το διεθνές –και κάπως άτυχο– ρεύμα του guerrilla knitting: τύλιξε την πόλη σου με πλεκτά πουλόβερ.

Τα δέντρα της Αθήνας δεν χρειάζονται πουλόβερ. Το μεσογειακό κλίμα της Αττικής χαρακτηρίζεται από γλυκείς χειμώνες με όλο και περισσότερα ξεσπάσματα τροπικών βροχών και παρατεταμένα καλοκαίρια ξηρασίας. Το πράσινο της Αθήνας αποτελείται κυρίως από σκληροτράχηλους, ανθεκτικούς θάμνους και δέντρα με βαθιές ρίζες για να βρίσκουν πιο εύκολα νερό. Πουρνάρια, κουμαριές, σχίνα, πεύκα. Στη δεκαετία του ’50, ο Δημήτρης Πικιώνης, σχεδιάζοντας τη διαμόρφωση του αρχαιολογικού χώρου γύρω από την Ακρόπολη, ζήτησε να φυτευτούν ελιές για να διατηρήσει το τοπίο την ελληνικότητά του. Σήμερα, λίγο παρακάτω μπορεί κανείς να δει τους αναιμικούς φοίνικες που φυτεύτηκαν με το ζόρι στη Συγγρού για να θυμίζει (;) Μαλιμπού την περίοδο της προετοιμασίας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Κι ακόμα μερικά πλατάνια στην Πανεπιστημίου μαζί με τις παλαιότερες ακακίες που υπάρχουν και στην Ακαδημίας. Στην Ερμού πικροδάφνες όμορφες αλλά δηλητηριώδεις και στη Σταδίου βρώμικοι βραχυχίτωνες με τους περίεργους κορμούς – πολλοί λένε ότι θυμίζουν πόδια ελέφαντα. Αναγκαστικά, η πιο όμορφη, η πιο μυρωδάτη και θεσπέσια στο μάτι ήταν η νεραντζιά που αγάπησαν τόσο πολύ οι Αθηναίοι από τον 19o αιώνα που πρωτοφυτεύτηκε στην πόλη – κι έφτασε ακόμα και να γίνει αντικείμενο μεγάλης διαμάχης, όταν, επί δημαρχίας Κακλαμάνη, πετσοκόφτηκαν μερικές από τις νεραντζιές της οδού Κανάρη, στο Κολωνάκι.

Πολλοί κάτοικοι και κυρίως παλιές Κολωνακιώτισσες ήρθαν αντιμέτωπες, στο δρόμο, με τα συνεργεία του δήμου που έκοβαν τις νεραντζιές για να τις αντικαταστήσουν με τους βραχυχίτωνες. Οι εφημερίδες έγραφαν ότι αυτό ήταν αίτημα (δύο) καταστηματαρχών της περιοχής που ήθελαν διαπλάτυνση του πεζοδρομίου και δέντρα όχι τόσο ενοχλητικά, με καρπούς που σκορπίζονται στο έδαφος. Η αλήθεια είναι ότι οι βραχυχίτωνες είναι δέντρα πιο ανθεκτικά στη ρύπανση και υπήρχαν ήδη στη Σταδίου, στο Παγκράτι και στα Εξάρχεια.

Από την άλλη, η νεραντζιά είναι πολύ ανθεκτική σε ασθένειες και κακουχίες και απορροφά τις μεγαλύτερες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα, ενώ είναι πραγματικά καλλωπιστική. Κρύβει αυτήν τη «χριστουγεννιάτικη» γοητεία με την αίσθηση καρποφορίας που εκπέμπει πάντα, φορτωμένη τους όμορφους καρπούς της, τη μεθυστική μοσχοβολιά των ανθών της την άνοιξη, τα αρωματικά έλαια που αφήνει στο χέρι αν τρίψεις έστω και ένα φύλλο της. Έστω και μέσα στη σκόνη της μέρας.

Η γοητεία της κρύβει ακόμα και νοσταλγία, μια και τα νεράντζια έχουν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν ποικιλότροπα. Σαν μπάλα ποδοσφαίρου στο σχόλασμα, μπάλα μπόουλινγκ στους δρόμους στοχεύοντας άδεια κουτιά αναψυκτικών, μέχρι πολεμοφόδια σε διαμάχες «συμμοριών»: οι πάνω γειτονιές με τις κάτω, οι κρυμμένοι πιτσιρικάδες πίσω από κάδους στα περαστικά λεωφορεία, διαδηλωτές εναντίον αστυνομίας, χούλιγκανς εναντίον όλων. Ακόμα και με καρφωμένα ξυραφάκια επάνω στα νεράντζια σε ακραίες περιπτώσεις.

Καρποί που μοιάζουν να ξεχειλίζουν χυμούς ακόμα και όταν βαρείς και ώριμοι πέφτουν στη βάση του κορμού τους. Πικροί καρποί που δεν τρώγονται. Πολλοί αναρωτιούνται γιατί, τώρα που το κλίμα της Αθήνας έχει γίνει ακόμα πιο ζεστό, δεν μπολιάζονται οι νεραντζιές για να γίνουν πορτοκαλιές ή μανταρινιές. Η απάντηση που πήραμε από τον βιολόγο, δρ. Βοτανικής Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αντώνη Σκορδίλη είναι «γιατί όλοι θα έκοβαν τους καρπούς».

Η ιστορία μιας νεραντζιάς

Ο Θεόφραστος στα έργα του «Περί φυτών» τον 4ο αιώνα π.Χ. περιέγραφε ένα αειθαλές φυτό με αγκάθια και μη εδώδιμους καρπούς αλλά με αρωματική φλούδα. Το ονόμαζε «μηδικό μήλο» και ήταν γνωστό από τις βοτανικές εξερευνήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Με αρκετά μεγάλη ασφάλεια μπορούμε να υποθέσουμε ότι αναφέρεται στη νεραντζιά.

Το νεράντζι προέρχεται από τη Νοτιοανατολική Ασία, διασταύρωση του κίτρου με το μανταρίνι. Πιστεύεται ότι έφτασε στην Ευρώπη στα τέλη του 16ου αιώνα από Σταυροφόρους που το βρήκαν στην Παλαιστίνη, ενώ στη Σικελία το έφεραν οι Άραβες. Υπήρξε δέντρο πολύ δημοφιλές στις ιταλικές αυλές του μεσαίωνα, για αυτό και είναι πολύ πιθανό να το έφεραν στην Ελλάδα οι Βενετοί που εμπορεύονταν ελληνικά φρούτα, μέλι και κρασί ή οι Οθωμανοί που επίσης αγαπούσαν τα αρώματα και την ομορφιά της νεραντζιάς. Οι Έλληνες του μεσαίωνα γνώριζαν και χρησιμοποιούσαν αρωματικά έλαια και όξινους χυμούς φρούτων για να φτιάχνουν γλυκίσματα. Παράλληλα ο χυμός των νεραντζιών χρησιμοποιούνταν σαν αντιπυρετικό, αντισηπτικό και βοηθούσε στην πέψη.

Σήμερα το εκχύλισμα ανθών νεραντζιού είναι πλούσιο σε βιταμίνη C, φλαβόνες και άλλα αντιοξειδωτικά. Βοηθά στη λιπόλυση και μειώνει την εμφάνιση της κυτταρίτιδας με την ενίσχυση και την προώθηση της μικροκυκλοφορίας του αίματος. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο ξέπλυμα των μαλλιών για να προσθέσει λάμψη και στιλπνότητα και σε κρέμες προσώπου για την πρόληψη της ευαισθησίας των τριχοειδών αγγείων της επιδερμίδας. Χρησιμοποιείται στην αρωματοθεραπεία ως θεραπευτικό της κατάθλιψης, της έντασης και των δερματικών προβλημάτων.

Στη μαγειρική χρησιμοποιείται σαν αρωματικό και για το μαρινάρισμα κρεατικών και ψαρικών με τον ίδιο τρόπο που χρησιμοποιείται το λεμόνι καθώς και για συντηρητικό στις ελιές. Η αποξηραμένη φλούδα του καρπού χρησιμοποιείται σε σαλάτες, πίτες και γλυκίσματα ενώ όλοι γνωρίζουν και αγαπούν τη μαρμελάδα και το γλυκό του κουταλιού νεράντζι. Ή νεραντζάκι, όπως το αποκαλούν τρυφερά.

* Ευχαριστούμε τον κ. Αντώνη Σκορδίλη και την ομάδα της Ecoscapes για τη βοήθειά τους.


Φωτό: Θανάσης Καρατζάς

via



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!