Υπόθεση Μπεν: Σοβαρές επιφυλάξεις της ΕΛ.ΑΣ και του Μπάρκα για τις έρευνες των Βρετανών


Σοβαρές επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητα των ερευνών της βρετανικής Αστυνομίας για τον μικρό Μπεν εκφράζουν αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. αλλά και ο Βαλάντης Μπάρκας, γιος του χειριστή εκσκαφέα που -κατά τους αστυνομικούς του Γιορκσάιρ- μπορεί να καταπλάκωσε κατά λάθος το παιδί το 1991.

Ο «Ελεύθερος Τύπος» της Κυριακής επικοινώνησε με όλες της πλευρές που εμπλέκονται στην υπόθεση σε μία προσπάθεια να καταγραφούν οι μύθοι και οι αλήθειες της πολύκροτης υπόθεσης. Τα «βέλη» του Βαλάντη Μπάρκα αφορούν στην «περίεργη» -όπως τη χαρακτηρίζει- ανώνυμη πληροφορία της βρετανικής Αστυνομίας για «ατύχημα με εκσκαφέα που σκότωσε τον Μπεν», βάσει τις οποίας ξεκίνησε ο νέος κύκλος ερευνών.

Ανώτερο στέλεχος της Αστυνομίας που είχε ασχοληθεί στο παρελθόν με τις έρευνες για τον εντοπισμό του παιδιού εμφανίζεται, επίσης, επιφυλακτικός απέναντι στις έρευνες αναφέροντας ότι «πρόκειται για μία μαρτυρία την οποία θα μπορούσε να γνωρίζει μόνο η Ανακρίτρια της Κω. Πιστεύω ότι έγιναν έρευνες που ήταν εκ προοιμίου ατελέσφορες, όπως και αποδείχτηκε, αφού δεν βρέθηκε τελικά κανένα οστό του παιδιού.

Σκεφτείτε ότι το 2012 είχαν γίνει ανασκαφές σε βάθος δύο μέτρων, ενώ τώρα έγιναν –ως επί το πλείστον- σε βάθος το πολύ ενός μέτρου. Το αυτοκινητάκι που βρέθηκε την τελευταία στιγμή -και σύμφωνα με τους Βρετανούς ανήκει στον Μπεν- δεν ξέρω το κατά πόσο είναι δυνατόν να βεβαιωθεί ότι πράγματι ήταν του παιδιού.

Μετά από τόσα χρόνια το τεστ DNA δεν γνωρίζω αν μπορεί να δείξει πράγματα. Το αυτοκινητάκι θα μπορούσε να έχει μεταφερθεί με εκσκαφέα στο σημείο που βρέθηκε, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι μαζί με το αυτοκινητάκι παρασύρθηκε και ο Μπεν. Γενικότερα προκύπτουν μόνο ενδείξεις στην υπόθεση αλλά καμία απόδειξη. Η Ελληνική Αστυνομία δεν έλαβε καμία παραγγελία για να προβεί σε κάποια ενέργεια. Το χειρίστηκαν αποκλειστικά οι Βρετανοί».

Ο Βαλάντης Μπάρκας, γιος του χειριστή εκσκαφέα Κωνσταντίνου Μπάρκα, μίλησε στον «ΕΤ» της Κυριακής και εξέφρασε την οργή του για το όσα είδαν το φως της δημοσιότητας: «Πήγα και βρήκα τους Βρετανούς ντεντέκτιβ και τους ρώτησα: ‘Ποιος είναι αυτός ο ανώνυμος μάρτυρας που σας είπε για το ατύχημα; Είναι υπαρκτό πρόσωπο; Αφού αυτός είναι ο μάρτυρας κλειδί, πείτε μου ποιος είναι;

Δεν πήρα όμως καμία απάντηση. Είναι δυνατόν να λένε ότι επειδή βρήκαν ένα παιχνίδι του Μπεν το παιδί σκοτώθηκε από τον πατέρα μου; Στην περιοχή εκείνη υπάρχουν 50 σπίτια σε σχετικά μικρή απόσταση. Και εμένα το παιδί μου παρατάει παιχνίδια από εδώ και από εκεί.

Άρα, ο εντοπισμός του δεν σημαίνει ότι το παιχνίδι ανήκε στον Μπεν. Χωρίς να έχουν βρει καμία απόδειξη κατηγορούν τον πατέρα μου, έναν άνθρωπο που δεν βρίσκεται στη ζωή και συνεπώς δεν μπορεί να τους απαντήσει. Όταν εξαφανίστηκε ο Μπεν ήμουν πέντε χρονών. Τα χρόνια πέρασαν, μεγάλωσα και μίλησα με τον πατέρα μου γι’ αυτό.

Όντως είχε κάνει κάποιες εργασίες τότε σε εκείνη την περιοχή. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν πάτησε τον Μπεν. Ήταν τέτοιος άνθρωπος που θα μου το έλεγε. ‘Όχι παιδί μου. Δεν έγινε κάτι τέτοιο’, μου είχε πει. Από την αρχή που ήρθαν και πάλι στο νησί οι Βρετανοί, ήξερα ότι δεν θα βρουν τίποτα. Το 1991 είχαν έρθει στην Κω εκατοντάδες άνθρωποι –και από τον Στρατό- και είχαν χτενίσει τα πάντα. Δεν ξέρω γιατί το κάνουν. Ίσως για τη δημοσιότητα, ίσως για το χρήμα».

«Βρήκαμε προσωπικό αντικείμενο του Μπεν»

Διαφορετική είναι η άποψη του Θανάση Φούρλη, του Έλληνα αστυνομικού που συμμετείχε στις έρευνες του κλιμακίου της Αστυνομίας του Νοτίου Γιόρκσάιρ στην Κω. «Κάναμε ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό και καταφέραμε να βρούμε ένα στοιχείο. Ένα προσωπικό αντικείμενο του Μπεν. Αν χρειαστεί θα επανέλθουμε στο νησί. Είναι υποχρέωσή μας να μη σταματήσουμε τις έρευνες μέχρι να εξιχνιάσουμε την υπόθεση», λέει στον «ΕΤ» της Κυριακής.

Για τη χρηματοδότηση των ερευνών, για την οποία έχουν ακουστεί πολλά όλο αυτό το διάστημα, προσθέτει: «Η χρηματοδότηση της έρευνας, όπως προβλέπεται στη Βρετανία, είναι κυρίως πολιτική απόφαση. Δηλαδή, ο πολιτικός προϊστάμενος του Γιορκσάιρ –κάτι ανάλογο με το περιφερειάρχη στην Ελλάδα- αποφασίζει αν πρέπει να χρηματοδοτηθεί η έρευνα. Ύστερα αποστέλλεται η σχετική αίτηση στο υπουργείο Εσωτερικών για την έγκριση ή μη. Στην περίπτωση των τελευταίων ερευνών το υπουργείο διέθεσε περίπου ένα εκατομμύριο λίρες. Όσον αφορά στις δωρεές από ιδιώτες, θυμάμαι ότι το 1996 υπήρξαν ιδιώτες διατεθειμένοι να δώσουν χρήματα σε ανθρώπους που θα μπορούσαν να δώσουν κάποια πολύτιμη πληροφορία για την υπόθεση».

Τον περασμένο Μάιο, επίσης, είχε ανακοινωθεί από αγγλική φιλανθρωπική οργάνωση ότι προσφέρεται αμοιβή ύψους 12.700 ευρώ σε οποιονδήποτε δώσει κάποια πληροφορία για την αποκάλυψη της αλήθειας.

Πηγή: Ελεύθερος Τύπος

πηγή



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!