Αβελάρδος και Ελόϊζα @ Φεστιβάλ Αθηνών, Πειραιώς 260
Έναρξη του φεστιβάλ Αθηνών 2014 με την πολυαναμένομενη ιδέα του Γιάννη Καλαβριανού. Πολλές προσδοκίες, που δεν κατάφεραν να χορτάσουν την ανυπομονησία για το νέο βήμα του σκηνοθέτη. Μια ερωτική ιστορία βγαλμένη από τα Μεσαιωνικά κατάστιχα, σε ένα ατμοσφαιρικά γεωμετρικό σκηνικό περιβάλλον και ένα σοβαρό πρόβλημα ήχου στα μικρόφωνα των ηθοποιών που αποδιοργάνωνε την όλη προσπάθεια.
Ο Γιάννης Καλαβριανός (Παραλογές, Γιοι και Κόρες) ανακάλυψε τυχαία σε ένα ταξίδι του στο Παρίσι στο κοιμητήριο του Père Lachaise τον κοινό τάφο του Αbélard και της Héloïse, που ήταν γεμάτος λουλούδια, γράμματα και σημειώσεις. Το θέαμα του κίνησε τόσο πολύ το ενδιαφέρον, που αποφάσισε να ανακαλύψει την ιστορία πίσω τα δυο αυτά πρόσωπα. Μέσα από μελέτες, την αλληλογραφία τους αλλά και έργα που έχουν γραφτεί για το ζευγάρι, συνέθεσε το δικό του θεατρικό κείμενο για την μυθιστορηματική πορεία του Αβελάρδου και της Ελόϊζας.
Το κείμενο είναι μεν καλογραμμένο, αλλά ελάχιστες σπίθες (κυρίως στην αρχή) καταφέρνουν να προσηλώσουν το θεατή, τουλάχιστον μέχρι τη μέση του έργου. Στον Αβελάρδο, έναν από τους σημαντικότερους θεολόγους και ανήσυχους φιλοσόφους του Μεσαίωνα, εμπιστεύεται για μαθήτρια την 16χρονη ανιψιά του, Ελόϊζα, ο εφημέριος του Παρισιού, Φυλμπέρ. Καθηγητής και μαθήτρια γίνονται γρήγορα παθιασμένοι εραστές. Η Ελόϊζα μένει έγκυος, ξεσπάει σκάνδαλο, με την εκκλησία να αντιδρά και τον εφημέριο προσβεβλημένο να διατάζει την τιμωρία του καθηγητή. Ο Αβελάδρος ευνουχίζεται μετά από επίθεση στο σπίτι του και αποφασίζει να καταφύγει σε μοναστήρι, παραγγέλλοντας στην αγαπημένη του να κάνει το ίδιο. Στα επόμενα 20 χρόνια θα συναντηθούν μονάχα μια φορά, μέχρι τα νέα κείμενα του γνωστού θεολόγου, που θέτουν ως κριτήριο για τον ορισμό της αμαρτίας την πρόθεση και όχι την ίδια την πράξη, να καούν στην πυρά της Ρώμης ως αιρετικά και τον ίδιο να καταδιώκεται μέχρι το θάνατο του.
Με ζωντάνια και γλαφυρές στιχομυθίες, ο Καλαβριανός αποτυπώνει τις φιλοσοφικές αναζητήσεις του Αβελάρδου (Γιώργος Γλάστρας) σχετικά με την διαλεκτική, την αμφιβολία και την έρευνα ως προϋπόθεση για την πίστη που τον καθιέρωσαν ως αυθεντία. Έχτισε μια προσωπικότητα μελετημένα προοδευτική και ελεύθερη σε κάθε πρόκληση της ζωής. Έναν άνθρωπο που άνετα τοποθετείται και στο σήμερα. Με αντίστοιχη φροντίδα αλλά σε δεύτερη μοίρα, έπλασε το χαρακτήρα της Ελόϊζας (Χριστίνα Μαξούρη) ενώ ο ρόλος της Κοκκίδου αποτυπώνεται περισσότερο ως κορυφαία του 13μελούς χορού, παρά ως πρωταγωνίστρια μιας παράλληλης ιστορίας. Σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο ενδιαφέρον της παράστασης εντοπίζεται στην εξαιρετική ανάδειξη των φιλοσοφικών αναζητήσεων του Αβελάρδου σχετικά με την πίστη και τη θρησκεία. Δευτερευόντως στην ερωτική τους ιστορία, που φωτίζεται όμως με τους πιο δυνατούς προβολείς της παράστασης στο τέλος του έργου σε ένα συγγραφικό κρεσέντο περί έρωτα και αγάπης που έγραψε ο Καλαβριανός.
Αποσυμπιεστής του κλίματος και ευφυής προσθήκη με χαρακτηριστικό γνώρισμα το χιούμορ, ο χορός από 13 ερασιτέχνες, εργαζόμενους της θεατρικής ομάδας του Μορφωτικού Ιδρύματος της Τράπεζας Πειραιώς. Οι σκηνές του ευνουχισμού και της αποκάλυψης της ερωτικής σχέσης του ζευγαριού, όταν η Κοκκίδου γκρεμίζει τα καθίσματα της εκκλησίας, είναι δυο από τις πιο εμπνευσμένες της παράστασης και του ανήκουν. Το εκκλησιαστικό σκηνικό της Εύας Μανιδάκη αλλά και μεστοί φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη γέμισαν την αχανή σκηνή της αποθήκης Δ της Πειραιώς 260, ενώ στην πλειοψηφία του το εικονικό video περιβάλλον του Στάθη Μίτσιου ενίσχυσε την ατμόσφαιρα του έργου.
Ο Γιώργος Γλάστρας μίλησε για την παράσταση στο Γιώργο Ευφραιμίδη για το REVma -/+:
Κόντρα στους άγραφους νόμους ο Αβελάρδος και η Ελόϊζα ακολουθούν το νήμα της αγάπης τους με κάθε κόστος. Ποια φράση, ποια σκηνή και ποιο συναίσθημα από το έργο θα κρατάτε πιο έντονα μέσα σας για πάντα;
Έχει γράψει τόσα όμορφα λόγια και τόσες υπέροχες σκηνές ο Γιάννης Καλαβριανός σ’αυτό το έργο που μου είναι αδύνατον να ξεχωρίσω μία! Αν πρέπει να το κάνω όμως, θα ήταν μάλλον το πρώτο αγκάλιασμα του Αβελάρδου με την Ελοίζα «του», αλλά και τη στιγμή που την βλέπει για πρώτη φορά μετά από δώδεκα χρόνια χωρισμού, όπως και τη στιγμή απόλυτης μοναξιάς και ταπείνωσης που νιώθει όταν του καίνε όλο το έργο της πνευματικής του δημιουργίας .»Ο παράδεισος βρίσκεται εκεί που είναι η αγάπη σου!» λέει κάποια στιγμή ο ίδιος, αφού έχει χάσει πια «τα πάντα».
Σε μια θεοκρατική και απόλυτα συντηρητική περίοδο όπως αυτή του Μεσαίωνα αναπτύχθηκε ένας έρωτας χωρίς φραγμούς. Σήμερα, που όλα είναι πιο εύκολα, οι άνθρωποι βρίσκουν τη δύναμη, νιώθουν τη διάθεση, έχουν την ανάγκη να το παλέψουν ο ένας για τον άλλο;
Μπορεί τα μεγάλα εμπόδια που υπήρχαν τότε να ανέβαζαν τη θερμοκρασία της αντίστασης που προβάλαν οι άνθρωποι για να τα ξεπεράσουν και να καταφέρουν να ζήσουν με ελευθερία τη ζωή τους, αλλά δεν νομίζω ότι και τώρα είναι αλλιώς. Ποιά είναι η εποχή που δεν φρενάρει την φόρα μας για ελευθερία και την επιθυμία μας για αδέσμευτη ζωή; Και ποιά είναι εκείνη η εποχή, που δεν βρέθηκε ένας έρωτας να σπάσει τα δεσμά της; Ναι λοιπόν, υπάρχουν και σήμερα άνθρωποι που νιώθουν, που έχουν την ανάγκη, που βρίσκουν τη δύναμη. «Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει»!
Όλοι κάποια στιγμή βιώνοντας έναν πολύ δυνατό έρωτα, έχουμε κάνει πράγματα που ξέφευγαν από νόρμες. Ποιο είναι το πιο ακραίο που έχετε κάνει εσείς για την αγάπη;
Δεν ξέρω αν είναι θέμα ακροτήτων! Μάλλον ποτέ δεν φτάνουν αυτά που έκανες για την αγάπη.
Αν έπρεπε ένα τραγούδι να ντύσει μουσικά την παράσταση, ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;
Ειλικρινά, μου είναι αδύνατον να σκεφτώ για την παράσταση κάποια άλλη μουσική από αυτή που έγραψε ο Άγγελος Τριανταφύλλου. Με συγκινεί βαθύτατα. Εκτός παράστασης ίσως το «Erbarme dich, mein Gott» του J.S.Bach, ή το «I’ll love you till the end of the world» του Nick Cave, μου έρχονται πρώτα στο μυαλό…