Ο Μουνής @ Θέατρο του Νέου Κόσμου
Φανταστείτε μια ελληνική ταινία παλαιάς κοπής, ένα τηλεοπτικό σήριαλ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και ό,τι βιώματα έχετε από την ζωή στην «αθάνατη» ελληνική επαρχία. Το αποτέλεσμα του μείγματος είναι η ατμόσφαιρα του «Μουνή». Το διήγημα της Λένας Κιτσοπούλου κρύβει ευτυχώς αρετές και δεν εξαντλείται στο πυροτέχνημα του προβοκατόρικου τίτλου του. Ο ανήσυχος Παντελής Δεντάκης σκηνοθέτησε μια ιστορία που δημιουργεί την αίσθηση ότι παρακολουθείς όσα διαδραματίζονται από μέσα και όχι ως απλός θεατής. Η ίδια η ιστορία ωστόσο αναμασά μια πραγματικότητα ξεθωριασμένη και μουδιασμένα ανεπίκαιρη.
Ένα επαρχιακό χωριό κάπου στην επικράτεια, λίγες δεκαετίες πριν, βιώνει μια αλληλουχία κωμικοτραγικών καταστάσεων. Ιστορίες ακραίας βίας υπό διαφορετικές εκφάνσεις. Από τον πατέρα που κόβει το αυτί του γιού του για ηθικούς λόγους ως την μάνα που για αποσιωπήσει κάθε ενδεχόμενο κουτσομπολιού, παντρεύει την κόρη της με τον ανάπηρο του χωριού. Το διήγημα της Λένας Κιτσοπούλου ακολουθεί το γνωστό ανεπιτήδευτο ύφος της, σε μια πέρα για πέρα ρεαλιστική απεικόνιση μιας τραχιάς πραγματικότητας που δεν μοιάζει όμως καθόλου απόκοσμη. Ο Παντελής Δεντάκης σκηνοθέτης με νατουραλιστικό πνεύμα εμπιστεύθηκε τον καταιγιστικό ρυθμό της Κιτσοπούλου. Έχτισε μια παράσταση απόλυτα συμπαγή και δεμένη. Ανέδειξε τις εντάσεις, την ηθογραφία των χαρακτήρων και την ωμότητα των σκηνών σε τέτοιο βαθμό που απαγκιστρώνεσαι από την θέση σου και δηλώνεις συμμέτοχος χάρη στον δυναμισμό του ανεβάσματος. Τίποτα δεν μοιάζει ανειλικρινές, λίγο ή μέτριο. Το ίδιο και οι πρωταγωνιστές. Σταύρος Γιαννουλάδης, Θανάσης Ζερίτης, Ελένη Κουτσιούμπα, Νεφέλη Μαϊστράλη και Αριστέα Σταφυλαράκη οργώνουν με ερμηνευτικό πάθος την σκηνή και αδειάζουν αφειδώς ενέργεια, που διοχετεύεται μέχρι τις τελευταίες σειρές των καθισμάτων. Τα κοστούμια της Γεωργίας Μπούρδα ενισχύουν με επιμέλεια τη χρονική τοποθέτηση του έργου ενώ οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη αναδεικνύουν το σκηνικό χώρο. Ναι, τα αρνητικά χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας που αποτέλεσε τον πυρήνα της ελληνικής οικογένειας του 20ου αιώνα καταδεικνύονται με αδιαμφισβήτητη ρεαλιστικότητα και σκηνοθετική ευρηματικότητα. Το έργο όμως δεν παρουσιάζει κάτι διαφορετικό ή πρωτότυπο. Καμία πτυχή που μπορεί να δημιουργήσει ένα πρωτογενές σχόλιο, να αναπτύξει μια παράλληλη νοητική δράση.
Γ.Ε