Η Βίκυ Κουλιανού δίνει συνέντευξη σε Γερμανική εφημερίδα, στηρίζοντας την Ελλάδα

Για να γίνεις πρωτοσέλιδο ως Ελληνίδα σε μία από τις πιο έγκυρες εφημερίδες της Γερμανίας, πρέπει σίγουρα να έχεις να πεις κάτι. Η Βίκυ Κουλιανού τα κατάφερε. Σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στην γερμανική εφημερίδα “SZ” μιλά για μόδα, την κρίση και την πατρίδα της, την Ελλάδα.


Για να γίνεις πρωτοσέλιδο ως Ελληνίδα σε μία από τις πιο έγκυρες εφημερίδες της Γερμανίας, πρέπει σίγουρα να έχεις να πεις κάτι. Η Βίκυ Κουλιανού τα κατάφερε. Σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στην γερμανική εφημερίδα “SZ” μιλά για μόδα, την κρίση και την πατρίδα της, την Ελλάδα.

Για να γίνεις πρωτοσέλιδο ως Ελληνίδα σε μία από τις πιο έγκυρες εφημερίδες της Γερμανίας, πρέπει σίγουρα να έχεις να πεις κάτι. Η Βίκυ Κουλιανού τα κατάφερε. Σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στην γερμανική εφημερίδα “SZ” μιλά για μόδα, την κρίση και την πατρίδα της, την Ελλάδα.

Για να γίνεις πρωτοσέλιδο ως Ελληνίδα σε μία από τις πιο έγκυρες εφημερίδες της Γερμανίας, πρέπει σίγουρα να έχεις να πεις κάτι. Η Βίκυ Κουλιανού τα κατάφερε. Σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στην γερμανική εφημερίδα “SZ” μιλά για μόδα, την κρίση και την πατρίδα της, την Ελλάδα.

Ήταν το πιο πετυχημένο μοντέλο της χώρας μας. Έζησε στο Μιλάνο, έπινε καφέ με την Cindy Crawford, έχει δουλέψει για τους οίκους μόδας Dior, Versace, Valentino, φωτογραφήθηκε για το Marie Claire και την Vogue. Στα 41 της χρόνια, η Βίκυ Κουλιανού πιο ώριμη από ποτέ μιλά για τα πάντα στην γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung “SZ” και το ένθετο “Leben” (ζωή).
Η πρώτη της κουβέντα για το πως ξεκίνησαν όλα: «Στην Ελλάδα μου έλεγαν πως δεν κάνω, γιατί είμαι ψηλή και όλοι μου έλεγαν πως πρέπει να κάνω κάτι με την μύτη μου». Δεν έκανε απολύτως τίποτα. Στα 19 της εγκατέλειψε την Ελλάδα για να βρεθεί στα κτήρια του Armani. «Θυμάμαι τότε, μου είπε κοφτά “Βασιλική, έχετε αρκετά μεγάλα χέρια” – Αυτό ήταν, με διάλεξε ανάμεσα σε χίλιες κοπέλες». Ακολούθησαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής της.
Το 1993 επιστρέφει στην Ελλάδα και παρουσιάζει παρέα με τον Σπύρο Παπαδόπουλο το «Φαντάστικο» και λίγο καιρό αργότερα αποφασίζει να σταματήσει το μόντελινγκ. Παίρνει μαθήματα υποκριτικής και συμμετέχει σε τηλεοπτικές και θεατρικές παραγωγές. Η επιτυχία της πασαρέλας όμως, δεν επαναλαμβάνεται. Το 2006 κάνει στροφή στην καριέρα και ταυτίζει την μόδα και την τέχνη, ένα όνειρο ζωής. «Ξεκίνησα την καριέρα μου ως σχεδιάστρια, λίγο πριν εμφανιστούν τα πρώτα στοιχεία της κρίσης», δηλώνει. Δύο σημαντικοί σταθμοί: Το 2001 η Ελλάδα εισήλθε στο Ευρώ και η οικονομία έβλεπε τρελούς ρυθμούς ανάπτυξης, το 2004 η Ελλάδα πανηγυρίζει. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες μετατρέπονται ένα «απέραντο πάρτι».
Το 2007 παρουσιάζει την πρώτη κολεξιόν ρούχων, λίγο νωρίτερα είχαν προηγηθεί οι καταστροφικές και κυρίως φονικές πυρκαγιές της Ηλείας, μία κατάσταση που ξεγύμνωσε την οργάνωση του κράτους. Το 2010 ανοίγει το πρώτο της κατάστημα ρούχων. Η χρονιά της κρίσης, η χρονιά που όλοι μας θα χάσουμε το 1/3 του μισθού μας. Σε ερώτηση της δημοσιογράφου γιατί δεν περίμενε ή αν φοβήθηκε να ανοίξει το μαγαζί της, δηλώνει απότομα: «Φοβήθηκα. Αλλά όχι, δεν ήθελα να το καθυστερήσω. Δεν θα περίμενα». Η Κουλιανού έχει τυχερό μες την γενικότερη ατυχία της χώρας, ο κόσμος μπαίνει στο μαγαζί της, με την ελπίδα να την δει από κοντά.
«Ο κόσμος μπαίνει στο μαγαζί μου και είναι απελπισμένος. Που θα βρουν τα χρήματα για να πληρώσουν τα διάφορα χαράτσια που επιβάλλουν οι κυβερνώντες;» και συνεχίζει «είναι άδικο, τόσο άδικο. Οι Έλληνες δεν γνωρίζουν τον εαυτό τους πια. Νιώθουμε φυλακισμένοι και αυτό δεν είναι στην φύση μας». Συγκινητικά λέει: «Οι Έλληνες είναι ελεύθερες ψυχές. Κανείς δεν θα μας πει, τι πρέπει να κάνουμε. Ο Έλληνας πρέπει να το θέλει, για να το κάνει».
Για την πολιτική εκφράζει την απόλυτη δυσαρέσκεια της. «Κανείς μας δεν ξέρει τι θα γίνει αύριο». Για τους νέους: «Ξέρετε, έχουμε τόσους νέους ανθρώπους στην Ελλάδα, με ταλέντο και ιδέες. Αλλά οι ευκαιρίες δεν δίνονται». Αναφέρει παραδείγματα: «Σχεδιαστές πρέπει να πάνε Αμερική ή Λονδίνο για να γνωρίσουν την καταξίωση. Στην Ελλάδα δεν θα βρεις δουλειά, αν δεν ανήκεις στην οικογένεια, στην κλίκα». Η δημοσιογράφος την ρωτά για την ανεργία. «Η ανεργία είναι κοντά στο 40% στους νέους. Καταλαβαίνω τα νέα παιδιά που θέλουν να φύγουν στο εξωτερικό». Οι ελπίδες της για το μέλλον: «Δυστυχώς δεν μπορώ να αλλάξω κάτι. Μακάρι να άλλαζαν τα πράγματα. Κάθε χρόνο αυτό εύχομαι και κάθε χρόνο -δυστυχώς- τα πράγματα όλο και δυσκολεύουν».
πηγή: tvnea



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!