Άννα Βίσση: “Το τραγούδι δεν είναι η λύση, αλλά είναι το λύσιμο”

Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη έδωσε η Άννα Βίσση και ανέλυσε τις λεπτομέρειες του φετινού της προγράμματος, που ήδη φαίνεται πως κέρδισε τις εντυπώσεις!


Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη έδωσε η Άννα Βίσση και ανέλυσε τις λεπτομέρειες του φετινού της προγράμματος, που ήδη φαίνεται πως κέρδισε τις εντυπώσεις!

Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη έδωσε η Άννα Βίσση και ανέλυσε τις λεπτομέρειες του φετινού της προγράμματος, που ήδη φαίνεται πως κέρδισε τις εντυπώσεις!

Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη έδωσε η Άννα Βίσση και ανέλυσε τις λεπτομέρειες του φετινού της προγράμματος, που ήδη φαίνεται πως κέρδισε τις εντυπώσεις!

Η Άννα Βίσση μίλησε στον Νίκο Βουλαλά και στο athinorama.gr, διάβαστε τη συνέντευξη!
Ποπ σταρ με τέσσερις δεκαετίες μουσικής καριέρας, σύμβολο του ελληνικού lifestyle, πρωταγωνίστρια στο δικό της rockumentary. Η Άννα Βίσση είναι πάνω απ’ όλα μια ακούραστη περφόρμερ και με αυτήν την ιδιότητα τη συνάντησα να σαρώνει τη σκηνή του “Rex” στις πρόβες για το καινούργιο της σόου, το οποίο μοιάζει με μεγάλο πάρτι.
Μπαίνοντας στην πλατεία του “Rex” για να συναντήσω την Άννα Βίσση και να παρακολουθήσω την πρόβα για το καινούργιο της σοόυ “Δώδεκα”, που κάνει πρεμιέρα αύριο Παρασκευή 16/12, νιώθω σαν να συμμετέχω στα γυρίσματα του “Όσο Έχω Φωνή” μαζί με όλους τους δικούς της ανθρώπους και τους συνεργάτες της: η κόρη της Σοφία κρατάει σημειώσεις για το styling, η Μυρτώ Κοντοβά, η οποία έχει αναλάβει την καλλιτεχνική επιμέλεια, καρφώνει το αγχωμένο βλέμμα της στις λεπτομέρειες, η Ελευθερία Ντεκώ δοκιμάζει ’60s και ’70s φωτεινές “ταπετσαρίες” στη σκηνή – αργότερα θα καταφθάσει και ο Νίκος Καρβέλας για να γεμίσει κόλλες χαρτιού με τις παρατηρήσεις του για τη μουσική. Ξεχνάω αμέσως την ιδέα ότι η Christine Crocos μας βιντεοσκοπεί όταν η Άννα με καλωσορίζει θερμά παρά την πρόσφατη και μόνο τηλεφωνική γνωριμία μας. Καθόμαστε μαζί για να παρακολουθήσουμε τους Wedding Singers, την αγορίστικη cover band που θα τη συνοδεύει, και μαθαίνω το concept του σόου.
“Είναι ένα στοίχημα που ξεκινάει όταν εμφανίζομαι ακριβώς τα μεσάνυχτα τραγουδώντας το “Δώδεκα” λίγο πειραγμένο -θα το ακούσεις μετά- και δίνω το σύνθημα για ένα πάρτι. Στις επόμενες τέσσερις και βάλε ώρες ο ένας δίνει τη σκυτάλη στον άλλον. Η Μαίρη Λίντα τραγουδάει με την καταπληκτικά διατηρημένη φωνή της τα φίνα λαϊκά της και μου μαθαίνει μάμπο επί σκηνής, ο Χρήστος Ολύμπιος παίζει με το μπουζούκι του ένα σόλο του Χιώτη ολόιδιο, το πάρτι μεταφέρεται για λίγο [σ.σ.: μου δείχνει μια εξέδρα στον υψηλότερο εξώστη της αίθουσας όπου βρίσκεται το μπαρ], γιατί το θεωρώ σημαντικό να φτάσω εκεί πάνω στη νεολαία, ενώ την τελευταία ώρα τραγουδάω κομμάτια που χαρακτηρίζουμε με τη Μυρτώ “κατεστραμμένα”. Είναι η ώρα που έχεις δει όλη τη ζωή σου μέσα από τη μουσική, έτσι ελπίζω, κι εγώ η ίδια ξεχνάω ότι είμαι τραγουδίστρια”.
Ρίχνοντας μια ματιά στη ροή του προγράμματος, καταλαβαίνω ότι πρόκειται για μια αναδρομή, με την καλύτερη σημασία που μπορεί να έχει η λέξη, στην αθηναϊκή νύχτα: ξεκινάει νωρίς, με τους νόμους μιας παράστασης, “για να έρθουν να με δουν και όσοι δεν έχουν αντοχές να βλέπουν τα πρώτα ονόματα να εμφανίζονται μετά τη μία” και συνεχίζεται σαν κανονικό πάρτι, “σαν να ανοίγω το σπίτι μου και να προσκαλώ τον κόσμο”. Περιμένετε μόνο να δείτε τα λέιζερ, να ακούσετε το rave anthem των Chimo Bayo από τους Wedding Singers ή ένα ανατολίτικο ξεσηκωτικό σερί με “Αντίδοτο” και “I put a spell on you” στην εκδοχή της Natacha Atlas. “Έχω υπηρετήσει τόσο πολλά είδη, αλλά από την άλλη έχω την ανασφάλεια ότι κουβαλάω ένα ρεπερτόριο τεσσάρων δεκαετιών με τον ίδιο τρόπο. Οπότε ήρθε η Μυρτώ ως αντίλογος, μου θύμισε την “Κυψέλη” και τον “Θάνατο”, μου είπε να αλλάξουμε δικά μου τραγούδια και μου πρότεινε τραγούδια άλλων που κι εγώ αγαπάω”.
Από τις περίπου πέντε ώρες που έμεινα στο “Rex”, τις περισσότερες η Άννα ήταν ασταμάτητη στη σκηνή: ράπαρε στα γερμανικά, ανακάτεψε με τους Wedding Singers την “Έμπνευση” με Pet Shop Boys και Yazoo, έκανε συνεχώς πλάκα (“η μουσική έχει και το καραγκιοζιλίκι της μέσα”, μου είπε). Χωρίς αμφιβολία, είναι το ιδανικότερο case study για το τι σημαίνει να είσαι σελέμπριτι και σταρ σε μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα. Σε ένα διάλειμμα τη ρωτάω για τους κανόνες και το βάρος αυτών των ιδιοτήτων: “Έχω να πολεμήσω με τη ρετσινιά της σταρ, αλλά δεν τη φόρεσα κορόνα στη δουλειά μου. Την είχα στο μυαλό μου για να κάνω αυτό που γουστάρω και αρέσει και στον κόσμο. Απρόσιτη δεν ήμουν ποτέ στην πίστα, απλώς ακουλουθούσα κάποιους νόμους. Κάθε δεκαετία γίνονταν πράγματα και ήθελα να τα προλάβω. Δεν αισθάνθηκα παθητικό θύμα του lifestyle, της εποχής και των τάσεων. Διατηρούσα την ψυχραιμία μου, αλλά δεν χαλιναγωγούσα την ανησυχία μου. Έχω αισθανθεί θύμα της μόδας, που μπαίνει αναγκαστικά στη μουσική και σε αποσπά, αλλά τη στιγμή που έπρεπε να είμαι ειλικρινής με τη μουσική μου ήμουν”. Αναπόφευκτα η συζήτηση φτάνει στο rockumentary στον ALPHA. Τη ρωτάω αν ήταν ένα μαρκετινίστικο τρικ για να προλάβει κάποια πτώση: “Στην αρχή κάθε δεκαετίας είμαι σε πτώση και στο τέλος έχω σταθεί στα πόδια μου. Όλα είναι τρικ και ταυτόχρονα δεν είναι. Με την εκπομπή άνοιξα τα χαρτιά μου, έδειξα τη νοοτροπία μου, ότι είμαι ένας κανονικός άνθρωπος, έκανα την αυτοκριτική μου. Μάλιστα κάποιοι μου είπαν ότι, επιτέλους, με γνώρισαν. Το έκανα με ρομαντική διάθεση, από ένστικτο και χωρίς να το σκεφτώ πολύ, όπως κάποιοι που το υπερανέλυσαν. Με βοήθησε πολύ να έρθω εδώ στο “Rex” χαλαρή και να κάνω το κέφι μου, με λιγότερες ενοχές για το τι θα τραγουδήσω και τι ώρα θα βγω”. Την παρατηρείς αυτήν την αλλαγή στη σκηνή, από εκεί με την ενέργειά της ρούφηξε όλη μου την κούραση από ένα σαββατοκύριακο ξενυχτιού.
“Θέλω να βγω πάνω και να δονούμαι. “Απόλαυση” είναι η λέξη που σκέφτομαι για τη δουλειά μου. Είναι λυτρωτικό να ξεκινάω την ημέρα μου με άγχος για το τι θα κάνω και στη σκηνή να το ξεχνάω. Είναι το αποτέλεσμα ενός αγώνα που κέρδισες, της επιβίωσης μέσα από τα πάνω και τα κάτω, πώς χειρίστηκες την επιτυχία και πώς δεν σταμάτησες στην αποτυχία”. Όσο για την κρίση, απαντάει ως τραγουδίστρια: “Και σε άλλες δεκαετίες υπήρχε μάγκωμα. Στο τέλος της Χούντας θυμάμαι που τραγουδούσαμε κρυφά Θεοδωράκη. Πάντα το τραγούδι ήταν το αντίδοτο σε όποιο πρόβλημα περνούσε ο άνθρωπος. Δεν ήταν η λύση, αλλά ήταν το λύσιμο”. Η ώρα έχει φτάσει δύο μετά τα μεσάνυχτα. Την αποχαιρετώ, αλλά εκείνη θα συνεχίσει. Με ρωτάει: “Άντεξες μέχρι τώρα να με δεις να εξοντώνομαι;” Φυσικά και άντεξα, αλλά δεν της είπα γιατί: αυτή είναι η πρώτη μου συνέντευξη για το “νυχτερινό” πόστο του περιοδικού και η συνάντησή μου μαζί της κάτω και πάνω από τη σκηνή ήταν το δικό μου “λύσιμο”.



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!