Η ψυχοθεραπεία επηρεάζει τον εγκέφαλο;

Αποσκοπεί στη βαθύτερη εξέταση του εαυτού από μια διαφορετική οπτική γωνία ώστε να βοηθήσει σε μια καλύτερη ζωή.


Η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία (CBT) εφαρμόζεται διά της συνομιλίας για την αντιμετώπιση ψυχικών νοσημάτων, όπως η κατάθλιψη και οι διατροφικές διαταραχές. Αποσκοπεί στη βαθύτερη εξέταση του εαυτού από μια διαφορετική οπτική γωνία ώστε να βοηθήσει σε μια καλύτερη ζωή.

Τι συμβαίνει όμως στον εγκέφαλο κατά τη γνωστική συμπεριφορική θεραπεία;  Αυτό το είδος θεραπείας βασίζεται στην ιδέα ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε δεν οφείλονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις αλλά στον τρόπο που εμείς τις ερμηνεύουμε. Με τον τρόπο αυτό, επηρεάζονται τα συναισθήματα και η συμπεριφορά μας.

Εάν για παράδειγμα συναντήσουμε κάποιο γνωστό μας στο δρόμο και δε μας χαιρετήσει, ποια θα είναι η αντίδρασή μας;

Μπορεί να σκεφτούμε ότι μας αγνόησε επειδή δε μας συμπαθεί και αυτό να οδηγήσει σε ένα αίσθημα απόρριψης. Κατ’ επέκταση, μπορεί να αποφασίσουμε να αποφύγουμε το συγκεκριμένο άτομο κατά την επόμενη συνάντησή μας. Πρόκειται για μια αλυσιδωτή αντίδραση που θα καλλιεργήσει στη συνέχεια περισσότερα αρνητικά συναισθήματα. Εάν αυτό το περιστατικό επαναληφθεί με περισσότερα άτομα, μπορεί εν τέλει να οδηγηθούμε στην κοινωνική απομόνωση.

Όλη αυτή η αντίδραση μπορεί να πηγάζει από μια λανθασμένη ερμηνεία ενός συμβάντος.

Η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία έχει ως στόχο να σπάσει αυτό το φαύλο κύκλο αρνητικών συναισθημάτων, εντοπίζοντας τους τρόπους σκέψης που επηρεάζουν τις αντιδράσεις μας.

Οι ψυχολόγοι τονίζουν ότι η συναισθηματική ερμηνεία των καταστάσεων είναι ένα πολύ συχνό λάθος. Αυτό σημαίνει πως πιστεύουμε ότι κάτι είναι αλήθεια επειδή μας προκαλεί συγκεκριμένα συναισθήματα.

Η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία στοχεύει στην αντικατάσταση αυτών των αρνητικών σκέψεων με πιο χρήσιμες ή ρεαλιστικές ιδέες.

Για τα άτομα με ψυχικές νόσους, αυτή η διαδικασία αποτελεί πρόκληση, καθώς ο τρόπος σκέψης τους μπορεί να έχει διαμορφωθεί και παγιωθεί με την πάροδο πολλών ετών.

Πώς διώχνουμε τις αρνητικές σκέψεις;

Ορισμένες θεωρίες στην Ψυχολογία υποστηρίζουν, σύμφωνα με το BBC,  ότι υιοθετούμε έναν αρνητικό τρόπο σκέψης μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται αρνητική ενίσχυση (negative reinforcement).

Για παράδειγμα, εάν φοβόμαστε τις αράχνες, μειώνονται τα επίπεδα του άγχους όταν τις αποφεύγουμε. Αποφεύγουμε το στρες βραχυπρόθεσμα, όμως ενισχύεται περαιτέρω ο φόβος μας.

Για να απαλλαγούμε από αυτό το μοτίβο σκέψης στην περίπτωση φοβίας ή αγχώδους διαταραχής, η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία προτείνει μια τεχνική που ονομάζεται σταδιακή έκθεση(graded exposure). Αντιμετωπίζοντας λίγο-λίγο την αιτία του φόβου και συνειδητοποιώντας ότι δεν υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις από αυτό, μπορούμε να εκπαιδεύσουμε τον εγκέφαλο να μην αισθάνεται φόβο.

Πώς επιδρά η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία στον εγκέφαλο;

Τα πρωτόγονα ένστικτα της επιβίωσης, όπως ο φόβος, υπόκεινται σε επεξεργασία σε μια περιοχή του εγκεφάλου που ονομάζεται μεταιχμιακό ή λιμβικό σύστημα. Το σύστημα αυτό περιλαμβάνει την αμυγδαλή, μια περιοχή που ρυθμίζει τα συναισθήματα, και τον ιππόκαμπο, μια περιοχή που σχετίζεται με τις αναμνήσεις και τη διαγραφή των τραυματικών εμπειριών.

Μελέτες δείχνουν ότι η εγκεφαλική δραστηριότητα σε αυτές τις δύο περιοχές επανέρχεται σε φυσιολογικά επίπεδα έπειτα από μια συνεδρία γνωστικής συμπεριφορικής θεραπείας σε άτομα με φοβίες.

Παράλληλα, έρευνες υποδεικνύουν ότι η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία μπορεί να επιφέρει αλλαγές στον προμετωπιαίο φλοιό του εγκεφάλου, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την ανεπτυγμένη σκέψη.

Η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία μπορεί λοιπόν να βοηθήσει τον εγκέφαλο τόσο σε επίπεδο συναισθημάτων (ένστικτα) όσο και λογικής (σκέψεις).

Παρατηρούνται παρόμοιες αλλαγές στην εγκεφαλική λειτουργία χάρη στη γνωστική συμπεριφορική θεραπεία και τη φαρμακευτική αγωγή. Αυτό σημαίνει ότι η θεραπεία και τα φάρμακα επηρεάζουν τον εγκέφαλο με αντίστοιχο τρόπο.

Πόσο αποτελεσματική είναι η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία;

Από όλα τα είδη θεραπείας, η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία παρουσιάζει τα πιο θετικά κλινικά αποτελέσματα. Μελέτες υποδεικνύουν ότι είναι εξίσου αποτελεσματική με τα φάρμακα σε πολλά περιστατικά κατάθλιψης και αγχωδών διαταραχών.

Αντίθετα όμως με τα φάρμακα, η θεραπεία δεν έχει ανεπιθύμητες παρενέργειες.

Οι ψυχολόγοι τονίζουν πως παρατηρείται βελτίωση ακόμη κι όταν ένας ασθενής σταματά τη θεραπεία, καθώς έχει πλέον στη διάθεσή του τα κατάλληλα εργαλεία και έχει κάνει αλλαγές στον τρόπο σκέψης και τη συμπεριφορά του.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε από το BBC.



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!