ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ • Τα απόκρυφα του Λιαντίνη

Τον ασκό του Αιόλου άνοιξε ένα νέο βιβλίο για τον Δημήτρη Λιαντίνη, τον καθηγητή που εξαφανίστηκε την 1η Ιουνίου του 1998 και το πτώμα του βρέθηκε σε μια σπηλιά κοντά στην κορυφή του Ταΰγετου το 2005.


Τον ασκό του Αιόλου άνοιξε ένα νέο βιβλίο για τον Δημήτρη Λιαντίνη, τον καθηγητή που εξαφανίστηκε την 1η Ιουνίου του 1998 και το πτώμα του βρέθηκε σε μια σπηλιά κοντά στην κορυφή του Ταΰγετου το 2005.

Αγνωστες επιστολές του, σημαντικό αρχειακό υλικό, φωτογραφίες και προσωπικές σημειώσεις του για την πλούσια ερωτική ζωή του περιλαμβάνονται στις σελίδες του βιβλίου, αποκαλύπτοντας άγνωστες πτυχές του χαρακτήρα του. Μάλιστα, η σύζυγος του αείμνηστου καθηγητή και φιλόσοφου Νικολίτσα Γεωργοπούλου-Λιαντίνη απαίτησε άμεσα την αναστολή της κυκλοφορίας της βιογραφίας, κάνοντας λόγο για καταπάτηση των πνευματικών δικαιωμάτων της. Σε διαδικτυακή ανάρτησή της προειδοποίησε για τις περαιτέρω προθέσεις της τον εκδοτικό οίκο Ελευθερουδάκης, που προχώρησε ωστόσο κανονικά στην έκδοση της βιογραφίας «Λιαντίνης – Εζησα μόνος και ισχυρός», διά χειρός Δημήτρη Αλικάκου.

Η καθηγήτρια και ο συγγραφέας είναι παλιοί γνώριμοι, από τότε που εκείνος εργαζόταν στην ΕΡΤ και του παραχώρησε συνέντευξη για την εξαφάνιση του συζύγου της.

Ομως οι φιλικές σχέσεις τους «χάλασαν» πριν από 10 χρόνια, όταν το 2006 ο Δημήτρης Αλικάκος έγραψε το πρώτο βιβλίο του για τη ζωή του Λιαντίνη. Αυτό αποκάλυψε ο ίδιος στη δεύτερη και πιο εμπλουτισμένη βιογραφία, η οποία κυκλοφορεί εδώ και λίγες ημέρες και παρουσιάζει επτασφράγιστα έως τώρα μυστικά.

«Ο άνθρωπος αυτός δεν γνώρισε ποτέ τον σύζυγό μου, ωστόσο επιθυμεί να κάνει καριέρα στο όνομα της οικογένειάς μου. Εργαζόταν κάποτε ως ρεπόρτερ, πριν από 18 χρόνια, και συνεχίζει από τότε να παρουσιάζεται ως δημοσιογράφος» δηλώνει η Νικολίτσα Γεωργοπούλου-Λιαντίνη στην «Espresso», παίρνοντας ανοιχτά θέση απέναντι στον βιογράφο του άνδρα της.

Τι ανταπάντησε εκείνος σε δήλωσή του; «Είναι αδιανόητο για μένα να αντιπαρατεθώ με έναν άνθρωπο, ο οποίος πιστεύει ότι ο Δημήτρης Λιαντίνης είναι “εξαφανισμένος”, την ώρα που τα οστά του έχουν ταυτοποιηθεί και ενταφιαστεί στο νεκροταφείο των Κεχρεών Κορινθίας. Είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω ως ένδειξη σεβασμού στη μνήμη του στοχαστή».

Ισχυρή προσωπικότητα

Ο συγγραφέας παρουσιάζει μια άλλη εικόνα της καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία γνωρίστηκε με τον Δημήτρη Λιαντίνη στη Γερμανία όπου σπούδαζαν και εκείνη τον στήριξε σημαντικά, ακόμη και οικονομικά, προκείμενου να πάρει το πτυχίο του. Την περιγράφει ως μια ισχυρή προσωπικότητα που της άρεσε η μεγάλη ζωή, τα πάρτι και οι δεξιώσεις, και οδηγούσε μια αστραφτερή Μερσεντές, στάση ζωής τελείως αντίθετη από του Λιαντίνη.

Παράλληλα, όπως γράφει, το ζευγάρι δεν τα πήγαινε καλά, κάνοντας λόγο ακόμη για ένα τρίτο πρόσωπό στη σχέση τους. Ισως γι’ αυτό και η σχέση τους -γνωρίστηκαν μέσω της συνέντευξης που έδωσε η Νικολίτσα Γεωργοπούλου στον Δημήτρη Αλικάκο για την ΕΡΤ-, αν και ξεκίνησε με τις καλύτερες προδιαγραφές, βρίσκεται πια στα άκρα, όπως λένε και οι δύο.

Κατά τη διάρκεια της φιλικής γνωριμίας της καθηγήτριας και του συγγραφέα, εκείνη του εκμυστηρεύτηκε τις… περίεργες εμφανίσεις του εξαφανισμένου συζύγου της στην οικία της, όταν οι συγγενείς του επέμεναν ότι ήταν νεκρός. «Ολα αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν είμαι πεπεισμένη ότι ο άνδρας μου ζούσε (έχω αποδείξεις), έμπαινε στο σπίτι μου στην Κηφισιά μέχρι το καλοκαίρι του 2000. Ερχόταν στο σπίτι μας στις Κεχριές Κορίνθου και μου άφηνε αποδείξεις (όπως απόκομμα από τα διόδια Ελευσίνας)» είχε δηλώσει σε κατάθεσή της στις Αρχές.

Ο συγγραφέας αναφέρεται και στο «φλερτ» της Νικολίτσας με τις τηλεοπτικές κάμερες, για το οποίο ο Αλικάκος «μαρτυρά»: «Την ενοχλούσε πολύ, κυρίως τα πρώτα χρόνια, το ότι οι υπεύθυνοι των καναλιών, αντί να βάζουν στους υπότιτλους το όνομά της, Νικολίτσα Γεωργοπούλου, έγραφαν Νικολίτσα Λιαντίνη».

Οταν ο συγγραφέας έφερε στο φως το ηχογραφημένο ντοκουμέντο με τον Δημήτρη Λιαντίνη να λέει για τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο «αυτός ο άνθρωπος θα προκαλέσει μεγάλο καλό στη χώρα», εκείνη έσπευσε να καταγγείλει δημόσια ότι ήταν προϊόν μοντάζ, όπως αναφέρεται στη βιβλιογραφία.

Η «γκάφα» της Γεωργοπούλου

Ο Αλικάκος παρουσιάζει επίσης το παρασκήνιο της κυκλοφορίας της ποιητικής συλλογής του Λιαντίνη «Οι ώρες των άστρων» -γραμμένη στα νιάτα του, κατά τη δεκαετία του ’70- που κυκλοφόρησε η Νικολίτσα Γεωργοπούλου-Λιαντίνη το 2006 και την οποία είχε χαρακτηρίσει κείμενο του συζύγου της που έγραψε την παραμονή της εξαφάνισής του (31 Μαΐου 1998). «Το αποκαλύπτω πρώτη φορά και αφήνω τον ίδιο να μιλήσει για το “τέλος” της πράξης του εντελεχειακά» είχε ανακοινώσει εκείνη, όπως γράφει ο Αλικάκος. Ωσπου, ξαφνικά, συνεχίζει ο δημοσιογράφος, ένας μελετητής του έργου του, ο καθηγητής Μαθηματικών Σωτήρης Παλούκης, βρήκε τη λύση στο αίνιγμα. Το αινιγματικό κείμενο υπήρχε απαράμιλλο στο βιβλίο του Λιαντίνη «Πολυχρόνιο – Στοά και Ρώμη» (σελ. 21), γραμμένο το 1987! Πριν από 19 ολόκληρα χρόνια, δηλαδή, από τον χρόνο της… αποκάλυψής του. «Ηταν μια γκάφα της μητέρας μου» παραδέχτηκε εκείνες τις ημέρες η κόρη της (σ.σ.: με τον Λιαντίνη) ενώπιον πολλών ανθρώπων, όπως επισήμανε στο κείμενο ο δημοσιογράφος.

Το παρατσούκλι

Σε άλλο κεφάλαιο του βιβλίου ο Δημήτρης Τρομπούκης, καλός φίλος του Λιαντίνη, αποκαλύπτει στον συγγραφέα το παρατσούκλι που είχε βγάλει η παρέα στη γυναίκα του καθηγητή. «Θυμάμαι, της είχαμε βγάλει και παρατσούκλι. “Χίτλερ” την αποκαλούσαμε μεταξύ αστείου και σοβαρού» ανέφερε, προσθέτοντας ότι, όταν το ζευγάρι τσακωνόταν, ο Λιαντίνης κρυβόταν και ξεγλιστρούσε. «Τον ήθελε όλον δικό της, ολόδικό της. Ο Δημήτρης με αγαπούσε και αυτό εκείνη δεν το άντεχε» τόνισε ο Τρομπούκης στον Αλικάκο.

Το τρίτο πρόσωπο

Ο Δημήτρης Αλικάκος, στο κεφάλαιο «Γάμος», αναφέρει: «Ο Λιαντίνης τα τελευταία χρόνια της ζωής του αναζήτησε τη γυναικεία παρουσία. Και τη βρήκε. Και μια και δυο και τρεις… Γνωρίζω καλά ότι η Ανθή Μανωλοπούλου είχε περιπέτειες με τη σύζυγο του Λιαντίνη. Ανακάλυψε τις συναντήσεις τους και ακολούθησαν γεγονότα που η έκθεσή τους θα μετέτρεπε τούτη τη γραφή σε άλλα πράγματα… Αυτός ήταν ο λόγος που η Γεωργοπούλου προσπάθησε το 1998 και μετά να χτίσει την εικόνα του ερωτευμένου ζευγαριού, που ζούσε ο ένας για τον άλλον» σημειώνει ο συγγραφέας. Και συνεχίζει ο δημοσιογράφος: «“Μάνα, δεν πάει άλλο, θα χωρίσω” ήταν τα λόγια του καθηγητή προς τη γιαγιά Πολυτίμη, έτσι όπως τα μετέφερε η ίδια στον γιατρό Παύλο Καλκανδή το καλοκαίρι του 1998».

«Δεν θα κοιμηθούμε ποτέ μαζί»

Οπως αναφέρει ο Δημήτρης Αλικάκος, η θεολόγος Νίτσα Γεωργοπούλου, την οποία ο Λιαντίνης χαριτολογώντας φώναζε «Λου», ήταν γόνος σχετικά ευκατάστατης οικογένειας από την Καλαμάτα. «Γνωρίστηκε με τον Λιαντίνη τον Ιανουάριο του 1972 στο Μόναχο, όπου έκανε μεταπτυχιακές σπουδές με υποτροφία. Ηταν μια τυχαία συνάντηση στο μουσείο της πόλης. Το κοφτερό μυαλό του και η ασκητική του ζωή άγγιξαν τη νεαρή κοπέλα, που δεν αντιμετώπιζε κανένα οικονομικό πρόβλημα. Ερχονται στην Ελλάδα μαζί το Πάσχα του ’72 και παντρεύονται την 1η Ιανουαρίου του 1973 στον Αγιο Δημήτριο του Μυστρά, σε στενό οικογενειακό κύκλο. Το προσκλητήριο του γάμου έφτασε στους λοιπούς καλεσμένους μετά το μυστήριο. Λίγες ημέρες πριν περάσουν το κατώφλι της εκκλησίας, ο Λιαντίνης έθεσε δύο όρους στη μέλλουσα γυναίκα του: «Πρώτον, κάθε Πέμπτη βράδυ θα λείπω από το σπίτι. Ποτέ δεν θα ρωτήσεις το γιατί. Δεύτερον, δεν θα κοιμηθούμε ποτέ μαζί». Στο ίδιο κεφάλαιο, ο δημοσιογράφος φιλοξενεί και τη «θέση» της Νικολίτσας Γεωργοπούλου. «Ναι, 26 χρόνια παντρεμένοι δεν κοιμηθήκαμε ποτέ μαζί, εκτός από κάποιες φορές που, για λόγους υγείας, επιβαλλόταν. Και ποτέ δεν τον ρώτησα για τις Πέμπτες του». Το ζευγάρι απέκτησε μία κόρη, τη Διοτίμα, η οποία σήμερα είναι καθηγήτρια Θεολογίας.

Το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών

Ο σπουδαίος καθηγητής, που βραβεύτηκε το 1978 από την Ακαδημία Αθηνών αλλά ποτέ δεν παρέλαβε το βραβείο και το έπαθλο των 100.000 δραχμών, έφτασε με ταξί στο σημείο που είχε επιλέξει στον Ταΰγετο. Από τη Δευτέρα 1 Ιουνίου που ανέβηκε εκεί έως την Τετάρτη 3 του ίδιου μήνα, το απόγευμα, κανείς δεν γνωρίζει πώς πέρασε αυτές τις ώρες, αναφέρει ο Αλικάκος. Η Πολυτίμη Νικολακάκου, η μητέρα του, εξομολογήθηκε στον συγγραφέα το ένστικτό της, ότι ο γιος της πέθανε το πρωινό της Τρίτης. «Η ψυχούλα του πάλεψε με τον Χάρο τρεις ώρες. Από τις πέντε το πρωί έως τις οχτώ. Οταν σταμάτησε η καρδούλα του, το ένιωσα. Σκίστηκαν τα σωθικά μου. Πέθανα κι εγώ μαζί του» αποκάλυψε στον συγγραφέα.

«Θα πεθάνω, θάνατε, όχι όταν θελήσεις εσύ, αλλά όταν εγώ θα θελήσω» είχε γράψει ο Δημήτρης Λιαντίνης στο βιβλίο του «Γκέμμα».

H εξομολόγηση

Ο δημοσιογράφος αναφέρει και μια σημαντική συνάντηση της γυναίκας του Λιαντίνη με τον καλό φίλο του συζύγου της, ο οποίος της αποκάλυψε ένα μεγάλο μυστικό του καθηγητή. Τι εξομολογήθηκε στον συγγραφέα; «Ηρθε (σ.σ.: εκείνη) και με βρήκε κρυφά και μου ζήτησε να της μιλήσω για τον Δημήτρη. Της είπα: “Είναι καλό παιδί, αλλά δεν είναι εύκολος χαρακτήρας, είναι αφιερωμένος στη γνώση και ζει στον δικό του κόσμο. Λάβε τα υπ’ όψιν σου αυτά, για να μη το μετανιώσεις μετά”» ήταν τα λόγια του Μίλτου Κηρυκόπουλου προς τη Νικολίτσα Γεωργοπούλου. Και συνέχισε: «Εκείνη έβαλε τα κλάματα, έπεσε στα πόδια μου και με παρακάλεσε. Και τότε έκανα το λάθος. Της είπα το μεγαλύτερο μυστικό που μου είχε εμπιστευθεί ο φίλος μου, στον οποίο είχα δώσει όρκο ότι δεν θα το πω. Λύγισα από τα δάκρυά της». Ωστόσο, η αποκάλυψή του δεν γίνεται στο βιβλίο.

Ο ανεκπλήρωτος έρωτας

Ο φυσιολάτρης καθηγητής, ο οποίος με ληξιαρχική πράξη πρόσθεσε δίπλα στο πραγματικό του επίθετο Νικολακάκος το Λιαντίνης, για να τιμήσει την ιδιαίτερη πατρίδα του, το χωριό Λιαντίνα της Λακωνίας, είχε άστατη ερωτική ζωή στα νιάτα του. Η Βαλεντίνη, όπως αναφέρεται στη σελ. 52 του βιβλίου, ήταν εκείνη που πρόσφερε το πρώτο βαθύ άγγιγμα του έρωτα στον 17χρονο τότε μαθητή.

Στα προσωπικά του ημερολόγια γίνεται παρέλαση… γυναικών: «Helena Theodorou 17xρονη, αθώα κι ερωτευμένη», «Με την Ελενα, αλλά ο νους μου είναι σε εκείνη», «Εξοδος από το πρωί. Βιβή η καλή. Δεν θα πάω στο ραντεβού της Ελενας», «Το βράδυ αναχωρώ για Αλεξανδρούπολη. Βιολέτα. Το δάκρυ μας. Νέοι δρόμοι». Μήνες αργότερα σημειώνει: «Η Βιολέτα. Ακόμα δεν έχει τελειώσει αυτή η μεγάλη ιστορία», «Λένα. Η 16χρονη κόρη του αντισυνταγματάρχου. Στρουμπουλή και ερωτιάρα», «Τη λένε Κάτια, μιλήσαμε πολύ», «Υπατία, μια μνήμη από την Ξάνθη», «Μια κάμαρη, μια νύχτα, μια ξεπάρθενη», «Τη λένε Γιώτα», «Ελένη, ένα κορίτσι από την Αλεξανδρούπολη».

«Το 1968 γνωρίστηκε με την Αμαλία, τη μόνη γυναίκα που αγάπησε πολύ και έντονα, μόνο που ήταν αρραβωνιασμένη» σημειώνει ο συγγραφέας. Η αγάπη τους ήταν «τυφώνας» και ο γάμος δεν θα αργούσε, μετά τη συναίνεση και του πατέρα της. Τότε ο Λιαντίνης ξεκίνησε τις διαδικασίες, ωστόσο ο αρραβωνιαστικός της αγαπημένης του την απείλησε ότι, αν τον άφηνε, θα αυτοκτονούσε, και εκείνη έκανε πίσω. Ο έρωτας αυτός έμελλε να μείνει ανεκπλήρωτος. Εγραφε στον φίλο του Μίλτο: «Να μου παρασταθείς, φίλε. SOS. Κάθε δεύτερη ημέρα θα περιμένω γράμμα σου. Αν δεν έχεις καιρό, βάζε μια κόλλα λευκό χαρτί σε έναν φάκελο και στέλνε τη». Σε άλλη επιστολή αποκαλύπτει: «Μια γυναίκα, που την έδωκε ο Θεός, μου την αρνήθηκαν οι άνθρωποι (…). Αυτή η γυναίκα με κατάλαβε… Ετσι όπως ποτέ κανείς δεν είδε τον Θεό που τον έπλασε (…). Φίλε, αν τη δεις ποτέ στην Αθήνα, να της πεις να μη φοβάται και να μη λυπάται. Δεν άλλαξε τίποτα. Και προπαντός να της ψιθυρίσεις μια λέξη που στάθηκε το συμβόλαιο της αφθαρσίας… Πίστη. Την πίστη της να προσέχει».

Η επιστολή στην κόρη του

Λίγο πριν από την εξαφάνισή του, ο Δημήτρης Λιαντίνης άφησε μια επιστολή στην κόρη του Διοτίμα, η οποία φιλοξενείται στις πρώτες σελίδες της έκδοσης του Δημήτρη Αλικάκου. Σε αυτήν αναφέρεται με λόγια τρυφερά στη σύζυγό του Νικολίτσα Γεωργοπούλου και οι συμβουλές στην κόρη του είναι ιδιαίτερα συγκινητικές: «Να αγαπάς τη μανούλα ως την τελευταία της ώρα. Υπήρξε ένας υπέροχος άνθρωπος για μένα, για σένα και για τους άλλους. Ομως γεννήθηκε με μοίρα. Γιατί της ορίστηκε το σπάνιο, να λάβει σύντροφο στη ζωή της όχι απλά έναν άντρα, αλλά τον ποταμό και τον άνεμο. Το γράμμα του αποχαιρετισμού που της έγραψα, το παίρνω μαζί μου. Εζησα έρημος και ισχυρός. Λιαντίνης» έγραφε.

«Μανούλα, ήρθε η ώρα να φύγω»

Σπαρακτικός είναι ο διάλογος του Δημήτρη Λιαντίνη με τη μητέρα του Πολυτίμη, όπως την περιγράφει ο συγγραφέας Δημήτρης Αλικάκος στο βιβλίο του.

«Το βράδυ της ίδιας μέρας ο Δημήτρης Λιαντίνης αποκάλυψε το μεγάλο μυστικό στη μητέρα του. Μίλησαν για αρκετή ώρα οι δυο τους. Η ίδια μού μετέφερε αποσπάσματα από αυτή τη συνομιλία: “Μάνα, άκου. Σύντομα θα λάβεις μια μαχαιριά, όχι στην πλάτη, αλλά στην καρδιά.

Θέλω να φανείς γενναία, σαν αρχαία Σπαρτιάτισσα που έχανε τον γιο της, αλλά έστεκε περήφανη”. Η μάνα κατάλαβε αμέσως και αντέδρασε: “Οχι, παιδί μου, όχι, εγώ πρέπει να φύγω πρώτη…” Της έπιασε το χέρι: “Μανούλα, ηρέμησε. Νιώθω ότι έχω ζήσει πέντε ζωές. Ηρθε η ώρα να φύγω”. “Παιδί μου, σπλάχνο μου, πάντα πίστευα σε σένα. Ας γίνει αυτό που θέλεις”. Τον αγκάλιασε και τον φίλησε».

Η εξαφάνιση στον Ταΰγετο το 1998

Η εξαφάνιση του Δημήτρη Λιαντίνη τον Ιούνιο του 1998 σε ηλικία 56 χρόνων προκάλεσε πανελλήνιο σοκ, με τις φήμες να οργιάζουν. Κάποιοι εκτιμούσαν ότι τον είχαν απαγάγει… UFO, άλλοι ότι είχε ερωτευτεί και άλλοι ότι ζούσε ως αγρότης σε μικρό χωριό της βορείου Ελλάδος. Οι Αρχές «όργωναν» για χρόνια την περιοχή χωρίς αποτέλεσμα. Μέχρι που στις 4 Ιουλίου 2005 ο ξάδελφός του Παναγιώτης Νικολακάκος οδήγησε την κόρη του Διοτίμα Λιαντίνη σε μια μικρή σπηλιά στον Ταΰγετο, όπου βρέθηκε ο σκελετός του πατέρα της. Οταν εκείνη επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τη μητέρα της και της ανακοίνωσε το τραγικό γεγονός, η καθηγήτρια αρνήθηκε να το πιστέψει. Ωστόσο, οι ιατροδικαστικές εξετάσεις κατέληξαν με απόλυτη βεβαιότητα στο ότι ο νεκρός ήταν ο Λιαντίνης -χωρίς να αναφέρουν τα αίτια θανάτου- και ενταφιάστηκε στο νεκροταφείο των Κεχρεών Κορινθίας. Οκαθηγητής -όπως αποκαλύπτεται στο βιβλίο- είχε υποδείξει στον ξάδελφό του «Παναγιώταρο» τον τάφο του στον Ταΰγετο. Ομως τον είχε ορκίσει να μη μιλήσει πριν περάσουν επτά χρόνια από τον θάνατό του.

Κόντρα για το μνήμα του καθηγήτη

Ο αδελφός του Λιαντίνη, ο Στέφανος Νικολακάκος, μιλώντας στον συγγραφέα Δημήτρη Αλικάκο, ξέσπασε για το μνήμα: «Γιατί τόση προσβολή στη μνήμη του αδελφού μου; Η χρονολογία θανάτου που είναι γραμμένη στον τάφο τον προσβάλλει. Ο Δημήτρης πέθανε το 1998 και όχι το 2005. Αυτό ακούγεται σαν φάρσα. Γιατί τον ξερίζωσαν από το αγαπημένο του
βουνό και τον φύτεψαν σε τόπο ξένο;».

 

Πηγη εφημερίδα ΕΣΠΡΕΣΣΟ Από την Δήμητρα Δάρδα



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!