Έκθεση ιδεών: Μία μέρα με τη μαμά
Κατέβηκα με τη μαμά μου από το λεωφορείο.
Κατέβηκα με τη μαμά μου από το λεωφορείο.
Κατέβηκα με τη μαμά μου από το λεωφορείο.
Κατέβηκα με τη μαμά μου από το λεωφορείο.
Μου έπιασε το χέρι καθώς μου λέει πως αν περάσω τον δρόμο μόνος μου κάποιο αυτοκίνητο θα με κάνει σάλτσα. Εγώ πάντα είχα απορία τι σάλτσα θα γίνει ένας άνθρωπος αφού είναι μπεζ το χρώμα του αλλά δεν την εξέφρασα ποτέ γιατί η μαμά φωνάζει αν ρωτώ κάτι τέτοια.
Περπατούσαμε κι εγώ χάζευα τον κόσμο. Όλοι τρέχουν. Κι εγώ με τη μαμά τρέχουμε. Πάμε οδοντίατρο σήμερα. Τον φοβάμαι λίγο αλλά είναι πολύ καλός μαζί μου. Όταν φτάσαμε στο ιατρείο η μαμά ξεκίνησε να μιλάει με κάτι άλλες κυρίες. Είπανε για μια Ελένη που τα ‘χει με έναν επιχειρηματία από την Άνδρο, μετά είπαν για μία Άννα που τραγουδάει και έψαχναν την ηλικία της και στο τέλος ρωτούσαν αν ένας δήμαρχος που παλιά ήταν ηθοποιός έχει καμιά κοπέλα. Να μην ξεχάσω να γράψω πως τον δήμαρχο που παλιά ήταν ηθοποιός τον χαρακτήρισαν «καυτό». Τώρα τι σημαίνει αυτό θα σας γελάσω, πάντως από το ύφος της μαμάς φαίνεται πως συζητούσαν για κάποιους πολύ σημαντικούς ανθρώπους και κάποια πολύ σημαντικά θέματα.
Έφτασε η ώρα του δικού μας ραντεβού και η μαμά πήρε μια βαθειά ανάσα χωρίς να βγάλει τον αέρα και το στήθος της σηκώθηκε πιο ψηλά. Αμέσως μετά η μαμά σηκώθηκε και με σήκωσε κι εμένα όρθιο και άνοιξε δυο κουμπιά από το πουκάμισό της.
Ο οδοντίατρος με έβαλε να καθίσω και μου είπε πως θα τελειώναμε γρήγορα αλλά ήταν ψέματα. Άφησε τη μαμά να τον διακόπτει συνεχώς και να του λέει κάτι ακαταλαβίστικα. Εκείνος γύρισε και της είπε να μη σαλιαρίζει μπροστά μου. Πιστεύω πως ο γιατρός μας είναι λίγο χαζός γιατί η μαμά μου δεν έβγαζε σάλια από το στόμα άρα δε σαλιάριζε αλλά και αν σαλιάριζε γιατί όχι μπροστά μου; Εγώ έχω κρατήσει μυστικό πως όταν ο μπαμπάς φεύγει από το σπίτι έρχονται κάτι ξαδέρφια της μαμάς και κλειδώνονται στο δωμάτιο της γιατί συζητάν πράγματα για μεγάλους, αυτό δε θα κρατούσα μυστικό;
Μετά το ραντεβού με τη μαμά ξεκινήσαμε να ανηφορίζουμε τον πεζόδρομο. Περάσαμε από μία στάση και είδαμε μια αφίσα του Ρουβά. Η μαμά κάθε φορά που βλέπει αφίσα αυτουνού αναστενάζει και χαζεύει. Μάλλον αυτός ο Ρουβάς είναι ένα βάρος στη ζωή της μαμάς.
Μετά είδα σε έναν τοίχο γραμμένο ένα σύνθημα. Έλεγε «υγεία, καύλα κι επανάσταση». Ρώτησα τη μαμά τη σημαίνει καύλα. Με κοίταξε και άρχισε να σκέφτεται αλλά δε μίλαγε. Έτσι όπως παρακολουθούσα το βλέμμα της σίγουρα της θύμισα κάποια καλή ανάμνηση γιατί καρφώθηκε στα μούτρα της ένα χαμόγελο πονηρό.
Φτάσαμε στο σπίτι και έτρεξα να ανοίξω τηλεόραση. Είχε στο νούμερο επτά μία εκπομπή με κάποιους που χορεύουν με παγοπέδιλα. Η μαμά είπε πως όλες έχουν «τραβηχτεί». Από πού έχουν τραβηχτεί δε μου είπε όμως. Άλλες φορές πριν κοιμηθούμε η μαμά βάζει και ακούμε μουσική. Έχω μάθει τον Χατζηγιάννη, τον Ρέμο, τον Σφακιανάκη και την Άντζελα. Η μαμά λέει πως η μουσική είναι ο πολιτισμός μας. Επειδή η μαμά αυτά τα ακούει στη διαπασών νομίζω πως είμαστε ένα σπίτι που σφύζει από πολιτισμό. Έχω μάθει και εγώ από τη μαμά να εκτιμάω τον πολιτισμό.
Ώρα για ύπνο. Ξάπλωσα.
Σήμερα περάσαμε πολύ όμορφα με τη μαμά. Βγαίνουμε και δε λέμε πολλά αλλά με κρατάει από το χέρι, με φροντίζει και μου λέει πως «η σωστή μαμά είναι αυτή που αφιερώνει χρόνο στα παιδιά της» σαν κι εκείνη.
Αγαπάω πολύ τη μαμά μου.
Αγαπάω που κάθε βράδυ έρχεται και με σκεπάζει αν το χέρι μου είναι έξω από το πάπλωμα.
Αγαπάω που με έχει αγκαλιά τα βράδια στον καναπέ και ας μου κρατάει κλειστό το στόμα όταν ξεκινάει «Η ζωή της άλλης».
Καληνύχτα μαμά.