Είναι αυτό το ωραιότερο νησί της Ελλάδας;

Ένας δημοσιογράφος της Telegraph αφηγείται τις διακοπές στο νησί των ονείρων του

Ένας δημοσιογράφος της Telegraph αφηγείται τις διακοπές στο νησί των ονείρων του


Το νησί που ύμνησε τον πόθο του γυρισμού, το αιώνιο σύμβολο του νόστου της πατρίδας, πλάνεψε φαίνεται τον βρετανό συγγραφέα και δημοσιογράφο Άντονι Χόροουιτς. Ο γνωστός αρθρογράφος της Telegraph γύρισε μόλις από Ιθάκη και δηλώνει εκστασιασμένος με το νησί που κάποτε υπήρξε ο εφιάλτης του, αλλά σήμερα, 48 χρόνια μετά, τον μάγεψε με τον πιο απροσδόκητο τρόπο.

Μοναδική παρηγοριά στα βασανιστικά μαθήματα Αρχαίων και Λατινικών, υπήρξε για τον 13χρονο τότε Χόρουιτς, η επαφή του με ελληνικούς μύθους που σιγά σιγά τον οδήγησαν στους στίχους της Οδύσσειας. «Το έργο είναι μια φανταστική περιπέτεια, μια αναζήτηση, μια επιβεβαίωση της ζωής – και όλα τελειώνουν στην Ιθάκη, όπου ο Οδυσσέας επιστρέφει τελικά στο σπίτι», λέει χαρακτηριστικά.

Η ιστορία που αγάπησε ο Χόροουιτς στα μαθητικά του χρόνια, τον συντρόφευε πάντα με την Ιθάκη να παίζει παιχνίδια στο μυαλό του. Ακόμα και το όνομά της είναι ποιητικό, όπως λέει, θυμίζει τη λέξη «μυθικό» και παρέμενε πάντα σαν όνειρο, πολυπόθητο ταξίδι.

Ιθάκη, Telegraph, Ταξίδι
Φωτό: KORPITHAS – FOTOLIA

Φέτος, παρόλο που έφτασε η ώρα για το ταξίδι των ονείρων του, ένα άγχος τον είχε κυριεύσει. Τι κι αν απογοητευόταν από τη σημερινή εικόνα του νησιού που είχε ξεχωριστή θέση στο μυαλό του; Γνωρίζοντας για τον καταστροφικό σεισμό του 1953, που αφάνισε πολλά κτίρια περασμένων ετών, ο Χόροουιτς αναρωτιόταν αν θα συναντούσε στη σημερινή Ιθάκη κάτι από τη μαγεία της αρχαιότητας.

Τελικά όλες οι αγωνίες εξαφανίστηκαν, αφού προς μεγάλη του έκπληξη το νησί του Οδυσσέα «ήταν καθαρό και χωρίς καμία από τις τρεις βασικές φρικαλεότητες που έχουν καταστρέψει την Ελλάδα: σκουπίδια, ημιτελή σπίτια και σκουπίδια». Αυτή η τριμελής απαρίθμηση ηχεί κάπως άσχημα στα αυτιά, αφού θυμίζει μία εσωτερική φωνή που ξαφνικά εξωτερικεύεται στα γραφόμενα ενός ξένου επισκέπτη που λέει μια μεγάλη αλήθεια -τόσο απλά.

Επιστρέφοντας, όμως, στη διήγηση και το οδοιπορικό στην Ιθάκη, ο δημοσιογράφος γράφει: «Η Ιθάκη δεν είναι τεράστια σε έκταση και παρά τα ομηρικά αξιοθέατα που διαθέτει, όπως σπηλιές, πηγές και αρχαιολογικά ερείπια από τείχη και κάστρα, δεν υπάρχει λόγος να βιαστείς να τα γυρίσεις. Από παραλίες δεν υπάρχει κάτι εντυπωσιακό, επομένως αν αποφασίσει κανείς να ταξιδέψει εδώ, το κάνει για το νησί καθαυτό. Με την πρώτη ματιά αισθάνθηκα ότι η Ιθάκη ήταν από τα ομορφότερα μέρη που είχα ταξιδέψει ως τώρα στην Ελλάδα. Βρέχει πολύ το χειμώνα κι έτσι το νησί παραμένει καταπράσινο και τον υπόλοιπο χρόνο, με πλούσια βλάστηση και δέντρα που δεν αναπτύσσονται σε άλλες περιοχές».

Ιθάκη, Telegraph, Ταξίδι
Φωτό: KORPITHAS – FOTOLIA

«Υπάρχει μία καθαρότητα στο νησί, μια ειρηνική ποιότητα, ένα είδος μονιμότητας που έφερε στο νου μου μια ερώτηση: “αυτό το μέρος που έχω φτάσει, είναι πράγματι η Ιθάκη;” είχε ρωτήσει ο Οδυσσέας, κι εγώ ένιωσα την ίδια αίσθηση της κατάπληξης».

«Έμεινα στην πρωτεύουσα, το Βαθύ, η οποία ξαναχτίστηκε ολόκληρη μετά το 1953 και, συνεπώς, έχει μία αίσθηση αρμονίας και ευταξίας που δεν συναντάς εύκολα σε πολλά νησιά. Όλα τα κτίρια είναι βαμμένα σε απαλό κρεμ, κίτρινο και ροζ χρώμα, σε μία θαυμάσια τοποθεσία σαν ένα είδος κόλπου μέσα σε κόλπο και έντονο μπλε νερό, αυτό που οι Έλληνες αποκαλούν γαλάζιο. Τα πάντα είναι πολύ κοντά στη θάλασσα, δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου κίνηση, ούτε πολύς κόσμος κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ωστόσο, τα βράδια, μόλις γεμίσουν τα εστιατόρια και τα καφέ, η πλατεία και η προκυμαία ζωντανεύουν».

«Το καλύτερο πράγμα στην Ιθάκη είναι η πεζοπορία και η ορειβασία, αναφέρει ο δημοσιογράφος. «Την πρώτη μου μέρα έφτασα με τα πόδια στην παραλία Γιδάκι, στην άλλη πλευρά της πόλης. Ένα στενό μονοπάτι περνά μπροστά από ένα σπίτι, που υποτίθεται πως κάποτε νοίκιαζε η Μαντόνα, οδηγεί στην παραλία και καταλήγει σε υπέροχα δάση από πεύκα και κυπαρίσσια με τη μυρωδιά να πλημυρίζει τον αέρα. Από την άλλη πλευρά του λόφου θα κατεβείτε σε μια υπέροχη παραλία με βότσαλα και αν ξεκινήστε τη διαδρομή αρκετά νωρίς, θα την απολαύσετε εντελώς μόνοι σας. Εγώ είχα μοναδική παρέα δύο μικρά ψαροκάικα και στο βάθος ατένιζα τους λόφους της Κεφαλονιάς, σαν πινελιές στον ορίζοντα».

«Το απόγευμα επισκέφτηκα το ημι-εγκαταλελειμμένο χωριό Ανωγή κι έριξα κλεφτές ματιές στη μικρή, ατμοσφαιρική εκκλησία της για να δω τις βυζαντινές τοιχογραφίες. Για κάποιο λόγο, εκεί κοντά υπάρχει κι ένα ελικοδρόμιο – η Μαντόνα και πάλι; – και αν παρκάρετε εδώ, υπάρχει ένα καλά σηματοδοτημένο κομμάτι που θα σας οδηγήσει στο εξαιρετικά όμορφο και ήσυχο χωριό Κιόνι, μέσα από μία υπέροχη διαδρομή με μοναδικό τοπίο. Απόλαυσα τον παραθαλάσσιο περίπατο στο χωριό, μαζί με τα ωραία καφέ που με υποδέχτηκαν».

image
Παλιά σπίτια στο χωριό Κιόνι. Φωτό: TASOULIS FOTIS/FOTOLIA

«Από εδώ έκανα πεζοπορία μέχρι το επόμενο χωριό, τις Φρίκες. Για να γυρίσω βέβαια στο αυτοκίνητό μου έκανα οτοστόπ. Επιστροφή στα φοιτητικά μου χρόνια, σκέφτηκα. Αλλά στην Ιθάκη, όλο και κάποιος θα σταματήσει πάντα, αλλά και να μην σταματήσει είναι εύκολο να πείσεις έναν ντόπιο να γίνει ανεπίσημα ταξιτζής έναντι 10 ή 20 ευρώ. Έτσι κατάφερα πάντως να φτάσω στο αυτοκίνητο, αλλά όχι πριν κάνω στάση για φαγητό στο Αγέρι, το οποία – αν λάβω υπόψη το φαγητό, την εξυπηρέτηση και τη θέση του στην άκρη της θάλασσας – μπορεί κάλλιστα να είναι το ωραιότερο εστιατόριο στον κόσμο».

Μετά από την περιγραφή της ειδυλλιακής Ιθάκης, προορισμού που συχνά παραγνωρίζεται, το κείμενο του Βρετανού κλείνει με έναν γνωστό στίχο του Σεφέρη και μία υπόσχεση. «Όπου και να ταξιδέψω, η Ελλάδα με πληγώνει», γράφει ο Χόροουιτς παραθέτοντας τον στίχο, αφού αισθάνεται πως οι δύο μέρες που έμεινε στην Ιθάκη μόνο αρκετές δεν ήταν. «Γράφοντας το κείμενο αισθάνομαι μία αίσθηση απώλειας» συμπληρώνει και παραδέχεται ότι θα ήθελε να έχει μείνει πολύ περισσότερο.

«Υπάρχουν και άλλες παραλίες, πιο απαιτητικές πεζοπορίες, περισσότερα χωριά να ανακαλύψετε, περισσότερες εκκλησίες και μοναστήρια, μια ατμόσφαιρα να “ρουφήξετε”. Εννοείται, βέβαια, ότι πρέπει να αποφύγετε την υψηλή σεζόν, ιδιαίτερα τον Αύγουστο, όταν οι Αθηναίοι με εξοχικά κατεβαίνουν στο νησί κατά κύματα και οι δρόμοι γεμίζουν αυτοκίνητα και λεωφορεία» καταλήγει.

Και για το τέλος η υπόσχεση:

«Μια μέρα θα γυρίσω. Και την επόμενη φορά θα φέρω κι ένα κουπί σαν τον Οδυσσέα, για τη γη που γνωρίζει μόνο θάλασσα».

image
Φωτό: ANDREAS SOURBIS


Κεντρική φωτογραφία: Φρίκες, WITR – FOTOLIA/WITOLD RYKA



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!