Νικόλας Ανδρουλάκης στο enikos.gr: «Έχουμε μπουχτίσει στις γλαφυρές πιασάρικες ξεπέτες οπτικοποίησης των βιογραφιών»


Με αφορμή την θεατρική του παράσταση «Ο Ηλίθιος του Ντοστογιέφσκι» ο Νικόλας Ανδρουλάκης μιλά στο enikos.gr με αφοπλιστική ειλικρίνεια για τον ρομαντικό ήρωα που υποδύεται στη σκηνή, τη φωτογραφία-«πυξίδα» του με τον Θανάση Βέγγο και το αν θα σκηνοθετούσε τη ζωή του σπουδαίου ηθοποιού, και φυσικά για τον πατέρα του, Μίμη Ανδρουλάκη.

Νάντια Ρηγάτου

Αν δεν το έχετε κάνει ήδη, προλαβαίνετε μέχρι αύριο βράδυ να γνωρίσετε αυτόν τον διαφορετικό “Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι” που παρουσιάζει στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάνης ο Νικόλας Ανδρουλάκης. Μια παράσταση που μοιάζει σαν κάλεσμα να δει κανείς τον κόσμο τούτο από άλλη οπτική, από αυτή που τη βλέπει η παιδικότητα που στις μέρες μας δείχνει να εγκαταλείπει νωρίτερα από την ώρα της. 

φωτογραφία: Μηνάς Τσιτσής

-Τι ακριβώς είναι «Ο Ηλίθιος του Ντοστογιέφσκι» που παρουσιάζετε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και του οποίου υπογράφετε δραματουργία και σκηνοθεσία;

Ν.Α. :Ο Ηλίθιος είμαι εγώ. Στα 37 μου. Που πιστεύω ειλικρινά ότι όλοι είμαστε και μπορούμε να είμαστε αγαπημένα αδέρφια. Επτά δισεκατομμύρια αγαπημένα αδέρφια. Και όλοι οι σπουδαίοι επιστήμονες συμφωνούν ότι ο πλανήτης έχει για όλους μας αρκετά αγαθά, αν βρούμε το μεράκι και την πίστη, να ξεπεράσουμε τις εξουσίες, τις αλητείες και τις αδικίες. Και να μη θεωρούμε μαγκιά να ζούμε εις βάρος των άλλων. Και να μην το απωθούμε αυτό ως πραγματικότητα. Μπορούμε όλοι να συνυπάρχουμε, πέρα από χώρες, γλώσσες, έθιμα και παραδόσεις, Και -ναι- πες με ηλίθιο αλλά όντως ήμουν, είμαι και θα είμαι διατεθειμένος να θυσιάσω ευκολίες και να αναλάβω ευθύνες, κοινωνικά, πολιτικά, βαθιά προσωπικά. Το λέω και στο έργο αυτό στη σκηνή κάθε βράδυ, το λέω και στη ζωή μου έξω από τη σκηνή: όλοι οι άνθρωποι -ανά δύο- θα μπορούσαμε να ζήσουμε αρμονικά ως οι μοναδικοί δύο επιζήσαντες σε μία γαλάζια λίμνη -ακόμη και αυτοί που μας μαθαίνουν για εχθρούς ή που τυχαίνει να τους βιώνουμε έτσι -και με αυτούς, σαν άφοβα μωρά, θα μπορούσαμε να μάθουμε να ζούμε αγαπημένοι. Το μίσος είναι επίκτητο. Απόστημα αγάπης αδικοχαμένης. Η κληρονομούμενη πληροφόρηση το μετατρέπει σε εκπληρωμένη προφητεία. Γεννιόμαστε για να χορεύουμε και να παλεύουμε παιχνιδιάρικα, αγαπημένοι, σαν όμορφη οικογένεια. Κι όλοι μπορούμε να είμαστε οικογένεια. Ναι, ηλίθιος, το ξέρω. Στο λέω. Θες να γίνουμε ηλίθιοι μαζί;

φωτογραφία: Μηνάς Τσιτσής

-Ποιο μήνυμα θέλετε να πάρει ο κάθε θεατής παρακολουθώντας την παράσταση;

Ν.Α. :Αυτό που λέει ο ήρωας μου στα πρώτα πέντε λεπτά. Αυτό που προσφέρω πρώτο πρώτο, άνευ όρων, μες στα μάτια όλων και στ’ αφτιά. Τον αριθμό του κινητού μου τηλεφώνου. Την αυτοδιάθεση. Την επιθυμία να γίνουμε φίλοι στ’ αλήθεια. Αυτό που εμείς λέγαμε προβληματολόγος όταν ήμασταν παιδιά στο σχολείο. «Έχεις πρόβλημα; Να πας στον προβληματολόγο». Και φαίνεται παιδική τσαχπινιά αλλά έχει βαθιά σοφία αυτό αν το σκεφτείς. Θα μπορούμε να είμαστε αυτάδελφοι, φίλοι, κολλητοί, με ό,τι επιστημονική γνώση φέρνει κάθε άνθρωπος στο τραπέζι, να βιώνουμε τα προβλήματα των άλλων ως αλληλέγγυες παιχνιδιάρες δοκιμασίες. Να τα λύνουμε μαζί. Κι αν δεν έχει λύση, δεν είναι πρόβλημα. Είναι άσκηση. Να το θυμάσαι. Να μάθουμε να ζούμε ασκητικά παρέα. Αυτό είναι το νόημα.

-Στην επικοινωνία της παράστασης βλέπουμε μια φωτογραφία ενός παιδιού με τον Θανάση Βέγγο. Τι σας έκανε να επιλέξετε αυτή την φωτογραφία; 

Ν.Α. :Το παιδί στη φωτογραφία είμαι εγώ. Αυτή η φωτογραφία αποτελεί μία σαφή πυξίδα για εμένα. Όπως μοιράστηκα στα υλικά του έργου παιδικές φωτογραφίες με τη μητέρα μου και τον πατέρα μου. Η διαφορά είναι ότι εδώ βρίσκομαι σε μία τυχαία στιγμή -από μία τυχαία γνωριμία με τον Θανάση Βέγγο- με μία υψηλή καλλιτεχνική αισθητική από έναν φωτογράφο που δεν ξέρω καν ποιος είναι αφού έχουν περάσει 30 χρόνια που μας έβγαλε από το πλάι, να κοιτάμε ευθεία μπροστά προς εκεί που θέλουμε να πάμε. Εκεί θέλω να πάω εγώ. Εκεί προσπαθώ να πηγαίνω κάθε μέρα. Στον ορθό λόγο και τη αγαθοσύνη του κατάματου ενικού του παιδικού βλέμματος. Εκεί που βρίσκουμε την αλήθεια και την ποίηση στην κυριολεξία , εκεί που η τυρόπιτα είναι τυρόπιτα και το σ’ αγαπώ είναι σ’ αγαπώ. Χωρίς χειραγώγηση, χωρίς υποτίμηση χωρίς μουλωχτά. Και ο Θανάσης Βέγγος, αν με ρωτάς, υπήρξε ένας γνήσιος Ηλίθιος του Ντοστογιέφσκι της εποχής του. Όχι μόνο για τα έργα του μπροστά στην κάμερα και πάνω στη σκηνή αλλά κυρίως για τον τρόπο που λειτουργούσε ως πολίτης, έξω, πίσω, πέρα από τα φώτα.

-Πιστεύετε έφυγε πικραμένος σε σχέση με την αναγνώριση του ταλέντου του; Θα μπορούσατε να σκηνοθετήσετε τη ζωή του;

Ν.Α. :Θα γνωρίσω στο θέατρο την εγγονή του, την Νίκη, η οποία έψαξε και με βρήκε επειδή συγκινήθηκε από τον τρόπο που επικοινωνώ το έργο και μιλώ για τον παππού της. Θα τη ρωτήσω άρα και θα σου πω. Το ένστικτό μου -πυκνή αχαρτογράφητη γνώση -αυτό σημαίνει για εμένα η λέξη ένστικτο, λέει ότι έφυγε πλήρης. Με ταλαιπωρίες αλλά ευτυχία. Θα μπορούσα να σκηνοθετήσω ό,τι θες. Όλοι μπορούμε, λίγο πιο έτσι λίγο πιο αλλιώς, λίγο πιο μέτρια, λίγο πιο υπέροχα. Δεν θεωρώ όμως ότι χρειάζεται να σκηνοθετηθεί η ζωή του. Έχουμε μπουχτίσει στις γλαφυρές πιασάρικες ξεπέτες οπτικοποίησης των βιογραφιών. Θα προτιμούσα ο Θανάσης Βέγγος να μιλάει μέσα από τα έργα του μέσα από τις ταινίες του που συνεχίζουν και προβάλλονται μέχρι σήμερα. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει ανάγκη να πάρουμε έναν ηθοποιό, νεότερο, μεγαλύτερο ή όλα μαζί και να τον μεταμορφώσουμε σε κάτι σαν Θανάση Βέγγο κάπως κάτι να. Μου φαίνεται μέτριο αυτό -αχρείαστα μέτριο και βαρετό. Ο μύθος μπορεί να είναι μύθος. Έχει κάνει αμέτρητες ταινίες ο Βέγγος, θα με ενδιέφερε περισσότερο να έγραφα κάτι γι’αυτόν. Και κάθε βράδυ. Στο χαρτί, στον ήχο. Στον αέρα. Στην παράσταση γράφω ζωντανά και προσφέρω ένα όλον της αλήθειας μου άλλωστε κάθε βραδιά. Και μια εικόνα αξίζει να είναι 1000 -λέξεις και μόνο που βλέπεις το Βέγγο να κρατάει έτσι στοργικά ένα παιδάκι για να φωτογραφηθούν για μένα τα λέει όλα. Και να μη δεις καν το έργο. Να κατεβαίνει με το αμάξι την Πειραιώς και να δεις αυτή εικόνα έξω από το κτήριο στο Ίδρυμα Κακογιάννης, είναι τσαφ ανεξίτηλο.

φωτογραφία: Μηνάς Τσιτσής

-Ο Μίμης Ανδρουλάκης, πατέρας σας, προσπάθησε να σας κατευθύνει σε άλλο χώρο εκτός του καλλιτεχνικού ή ήταν σύμμαχος εξ αρχής στα όνειρά σας;

Ν.Α. :Η ευλογία να έχεις πατέρα τον Μίμη είναι ότι μου πρόσφερε από μωρό παιδί ένα γήπεδο ελευθεριακό και ασφαλές μαζί να εκφράζομαι. Να μουτζουρώνω και να ζωγραφίζω πάνω στα προσχέδια των βιβλίων του, να ονειρεύομαι ελεύθερα για τα έργα που θέλω να προσφέρω στους ανθρώπους και στην ψυχή μου. Φυσικά μεγαλώνοντας οι ενήλικες δοκιμασίες φέρνουν αγωνίες. Κι από εκείνον προς εμένα και από εμένα προς εκείνον. Όπως και στη μανούλα μου -το πιο φωτεινό πλάσμα του κόσμου. Ήταν σίγουρα δοκιμασία όταν ανακοίνωσα, μέσα από όλες τις προοπτικές και τις πρώτες νεανικές επιτυχίες, ότι αφήνω τις πρώτες μου σπουδές, αφήνω τα οικονομικά και σπουδάζω θέατρο και θα καταπιαστώ με αυτό ενεργά. Έκανα ραδιόφωνο, έκανα την πρώτη μου ταινία μικρού μήκους, την πρώτη μου παράσταση, έγραψα το πρώτο μου θεατρικό έργο -και μετά πάλι και πάλι και πάλι και κάπως έτσι πέρασαν δέκα δραστήρια χρόνια -τα τελευταία επτά χρόνια μια ομάδα τόσο συνεπή και δημιουργική που μπορώ να τους κοιτάω μες στα μάτια και να λέω ξέρεις κάτι αξίζει. Κι ας ξεθωριάζει το Έβερεστ, όπως λέει όμορφα ο ψυχοθεραπευτής μου. Μπορεί να μην κερδίσουμε στη ζωή μας Νομπέλ και Όσκαρ και να μη γίνουμε πρωθυπουργοί. Αλλά αν ασκούμαστε στην ομορφιά και στην φροντίδα -δεν μπορεί- ωραία πράγματα θα καταφέρουμε. Ο Μίμης όταν παιδεύεται τολμάει να είναι εκεί κι αυτό είναι το σημαντικό αν με ρωτάς -και τώρα που μεγαλώνει και χάνει το φως του λίγο-λίγο, τα πόδια του εκεί, βαστάνε. Δυο μέτρα ψηλός κι ας είναι κοντούλης.

“Ο Ηλίθιος του Ντοστογιέφσκι” : Μέχρι 15 Απριλίου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης.

 

 

διαβάστε περισσότερα



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ!