Πότε πρέπει να επισκέπτονται τα παιδιά τον οφθαλμίατρο
Πώς καταλαβαίνουμε ότι το παιδί έχει πρόβλημα με την όρασή του
Το 80% των γνώσεων που αποκτά το παιδί προέρχεται από οπτικές πληροφορίες. Για το λόγο αυτό η καλή όραση είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρχει καλή απόδοση στο σχολείο. Ισχύει όμως και το αντίστροφο: όταν η απόδοση ενός παιδιού δεν είναι η αναμενόμενη, τότε ένα από τα πρώτα πράγματα που θα πρέπει να απασχολήσουν το γονιό είναι ο έλεγχος της όρασης.
Από την επιστημονική ομάδα του διατροφολόφου Αναστάσιου Παπαλαζάρου- Η Διατροφή του Παιδιού
Οι διαθλαστικές ανωμαλίες αποτελούν τα συχνότερα οφθαλμολογικά προβλήματα των μαθητών του δημοτικού.
Η υπερμετρωπία υπάρχει συχνά από τη γέννηση του παιδιού. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυξάνεται μέχρι τον 7ο – 8ο χρόνο και στη συνέχεια υποχωρεί μέχρι την εφηβεία. Το μεγάλο εύρος προσαρμογής του παιδικού φακού βοηθά τις περισσότερες φορές στην αντιστάθμιση του προβλήματος και τέλεια όραση. Στα μέσα περίπου του δημοτικού κάνει συνήθως την εμφάνισή της η μυωπία – της οποίας η συχνότητα φαίνεται ότι αυξάνεται τα τελευταία χρόνια – προκαλώντας δυσχέρεια στη μακρινή όραση.
Ο αστιγματισμός συνήθως υπάρχει από τη γέννηση και συχνά συνυπάρχει με υπερμετρωπία ή μυωπία.
Όμως η μυωπία, η υπερμετρωπία και ο αστιγματισμός δεν είναι οι μόνες οπτικές διαταραχές που μπορούν να οδηγήσουν σε δυσκολίες του παιδιού στην εκπαίδευση. Άλλες λειτουργικές διαταραχές μπορεί να αφορούν στην κίνηση και τη συνεργασία των δύο οφθαλμών, τη στερεοσκοπική όραση ή την προσαρμογή (που αφορά στην κοντινή όραση). Τέτοιες δυσλειτουργίες μπορεί να επηρεάζουν την όραση με τρόπο που δε γίνεται άμεσα αντιληπτός. Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι το παιδί βλέπει καλά αλλά στην πράξη μπορεί σε ορισμένες δραστηριότητες να βλέπει θολά ή δίπλα, να μην έχει σωστή αντίληψη του βάθους, να υποφέρει από ζαλάδες ή πονοκεφάλους. Αυτές οι καταστάσεις σαφώς επηρεάζουν τη συμμετοχή του παιδιού στην εκπαιδευτική διαδικασία δυσχεραίνοντας την πρόσληψη των οπτικών πληροφοριών με πιθανό επακόλουθο την ευκολότερη κόπωσή του και τη μειωμένη του απόδοση.
Στο σημείο αυτό πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η δυσλεξία, το σύνδρομο διάσπασης προσοχής και οι υπόλοιπες διαταραχές που εντάσσονται στην ομάδα των «μαθησιακών δυσκολιών» δεν έχουν αιτιολογική σχέση με προβλήματα όρασης ή αλλά αισθητηριακά προβλήματα. Οι ειδικοί για αυτό το πρόβλημα που όλο και περισσότερο απασχολεί παιδιά, γονείς και εκπαιδευτικούς, τονίζουν ότι δεν υπάρχουν επιστημονικές αποδείξεις ότι δυσλειτουργίες της όρασης μπορούν να προκαλέσουν μαθησιακές δυσκολίες, ούτε και ειδικές «οπτικές» θεραπείες μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση τους. Είναι ανεξάρτητες καταστάσεις, που μπορούν όμως να συνυπάρχουν δυσκολεύοντας ακόμα περισσότερο τη λειτουργία της μάθησης.
Γίνεται έτσι κατανοητό ότι η ύπαρξη δυσκολιών του παιδιού στη λειτουργία της εκπαίδευσης μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας ή περισσότερων αιτιών που άμεσα ή έμμεσα συνδέονται μεταξύ τους. Για το λόγο αυτό η αντιμετώπιση θα πρέπει να γίνεται με μια ομαδική προσέγγιση όπου σημαντικό ρόλο πέρα από τον εκπαιδευτικό και τον παιδοψυχολόγο παίζει και ο οφθαλμίατρος. Θα διαγνώσει και θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα όρασης που τυχόν υπάρχει και θα προσδιορίσει σε ποιο βαθμό δικαιολογεί τις δυσκολίες του μαθητή.
Γνωρίζοντας ότι σχεδόν ένα στα πέντε παιδιά ηλικίας 5 ετών πάσχει από κάποια οφθαλμολογική πάθηση,καταλαβαίνουμε πόσο απαραίτητη είναι η τυπική διαδικασία του οφθαλμολογικού ελέγχου που επιβάλλει η ελληνική πολιτεία σύμφωνα με τις κοινοτικές οδηγίες. Εξάλλου, η αμερικάνικη ακαδημία οφθαλμολογίας (AAO) και η αμερικάνικη ακαδημία παιδιατρικής (AAP) προτείνουν να γίνεται οφθαλμολογικός έλεγχος στις ακόλουθες ηλικίες:
- Μετά γη γέννηση (στο μαιευτήριο)
- Σε κάθε εξέταση αδρός έλεγχος από τον παιδίατρο
- Σε ηλικία 3 ετών
- Πριν ξεκινήσει το σχολείο
- Κάθε χρόνο μέχρι την ηλικία των 10 ετών και μετά στα 12, στα 15 και στα 18 αν δε διαπιστωθεί οφθαλμολογική πάθηση