Το λευκό ψωμί χρησιμοποιούνταν αρχικά και ως γόμα
Πριν εφευρεθούν οι γόμες που χρησιμοποιούμε σήμερα, ένα κομμάτι λευκού ψωμιού ήταν αρκετό για να σβήσει κάποιος τον γραφίτη.
Πριν εφευρεθούν οι γόμες που χρησιμοποιούμε σήμερα, ένα κομμάτι λευκού ψωμιού ήταν αρκετό για να σβήσει κάποιος τον γραφίτη.
Πριν εφευρεθούν οι γόμες που χρησιμοποιούμε σήμερα, ένα κομμάτι λευκού ψωμιού ήταν αρκετό για να σβήσει κάποιος τον γραφίτη.
Πριν εφευρεθούν οι γόμες που χρησιμοποιούμε σήμερα, ένα κομμάτι λευκού ψωμιού ήταν αρκετό για να σβήσει κάποιος τον γραφίτη.
Όλα άλλαξαν το 1770, όταν ο Edward Naime, ένας Άγγλος μηχανικός, εφηύρε τη γόμα. Ο Naime πήρε κατά λάθος, ένα κομμάτι καουτσούκ για να σβήσει κάτι, όταν συνειδητοποίησε την ιδιότητά του. Όμως, όπως και το ψωμί, ήταν φθαρτό και χαλούσε εύκολα.
Έτσι, το 1839, ο Charles Goodyear εφηύρε τη διαδικασία της αναγόμωσης (βουλκανισμός) και διέδωσε τη χρήση της γομολάστιχας.
Το 1858, ο Hymen Lipman, κατοχύρωσε την πατέντα της προσθήκης γόμας στο πίσω μέρος του μολυβιού, ενώ αργότερα, η πατέντα αυτή ακυρώθηκε καθώς συνδύαζε δύο είδη που είχαν ήδη εφευρεθεί.
Οι σύγχρονες γομολάστιχες κυκλοφορούν σε διάφορα σχήματα και χρώματα και φτιάχνονται από καουτσούκ, βινύλιο, πλαστικό, κόμμι ή παρόμοια υλικά. Βέβαια, ακόμα και σήμερα, κάποιοι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν το ψωμί για να σβήσουν το κάρβουνο ή το χρώμα από τα δημιουργήματά τους.